Σάββατο 28 Δεκεμβρίου 2019

Άγιος Ιωσήφ ο Μνήστωρ της Θεοτόκου


Ο Ιωσήφ με τον μικρό Ιησού















Ο Ιωσήφ ήταν θετός πατέρας του Ιησού. 

Το όνομα Ιωσήφ είναι εβραϊκή λέξη και σημαίνει αυτόν που ο Θεός έκανε τέλειο. Ο Ιωσήφ ήταν άντρας συνετός και δίκαιος, απόγονος του βασιλιά Δαβίδ και καταγόταν από την Βηθλεέμ. Κατοικούσε όμως στη Ναζαρέτ ασκώντας το επάγγελμα του ξυλουργού.

Όταν η Θεοτόκος Μαρία έγινε δεκαπέντε ετών, επειδή οι γονείς της είχαν στο μεταξύ πεθάνει, οι ιερείς του ναού της φρόντισαν να την αποκαταστήσουν. Προέκριναν ως καταλληλότερο τον Ιωσήφ από τη Ναζαρέτ. Ο αρραβώνας του Ιωσήφ με τη Μαρία ήταν ειδική περίπτωση. Αυτή πρέπει να ήταν 12-13 ετών, εκείνος ηλικιωμένος και χήρος με παιδιά. Ήταν πατέρας επτά παιδιών από άλλη γυναίκα και από τα ευαγγέλια ξέρουμε τα ονόματα των γιών του: Ιάκωβος, Ιωσής, Σίμων και Ιούδας. Τα ευαγγέλια αναφέρουν και για κόρες του, που όμως δεν ξέρουμε τα ονόματά τους.

Ο Ιωσήφ μετά την εγκυμοσύνη της Μαρίας επειδή ήταν ευσεβής και δεν ήθελε να τη διαπομπεύσει, αποφάσισε να διαλύσει τον αρραβώνα, χωρίς επίσημη διαδικασία. Τότε του εμφανίστηκε στο όνειρό του ένας Άγγελος σταλμένος από το Θεό που του αποκάλυψε για την υπερφυσική σύλληψη της Μαρίας. Όταν ξύπνησε ο Ιωσήφ έκανε όπως τον πρόσταξε ο Άγγελος και πήρε στο σπίτι του τη Μαρία. Δεν είχε όμως συζυγικές σχέσεις μαζί της. Στο σχέδιο της θείας οικονομίας ήταν, ν’ αναδειχθεί ο Ιωσήφ ως προστάτης της Μαρίας και του θείου Βρέφους. Γι' αυτό ο αρραβώνας ήταν απαραίτητος, για να καλυφθεί η υπερφυσική γέννηση του Ιησού. Έτσι ο Ιωσήφ υπήρξε απλώς μνήστωρ και ποτέ σύζυγος.

Όταν πλησίαζε ο καιρός η Μαρία να γεννήσει ο Ρωμαίος αυτοκράτορας Οκταβιανός, που ονομάστηκε Αύγουστος, είχε διατάξει να απογραφεί όλος ο πληθυσμός που ήταν κάτω από την Ρωμαϊκή κυριαρχία και ο καθένας έπρεπε να πάει στον τόπο της καταγωγής του. Ο Ιωσήφ έπρεπε να πάει να απογραφεί, μαζί με τη Μαρία, στην πόλη της καταγωγής του, τη Βηθλεέμ. Λόγω της πληθώρας των απογραφομένων, δε βρίσκουν πουθενά κατάλυμα παρά μόνο σ' ένα σταύλο. Εκεί, η Μαρία γέννησε τον Ιησού.


Μετά τη γέννηση του Ιησού ο Ιωσήφ με τη Μαρία παρέμειναν στη Βηθλεέμ. Επειδή ο Ηρώδης, μετά την προσκύνηση των μάγων, ήθελε να σκοτώσει το Θείο βρέφος, άγγελος Κυρίου παρουσιάζεται σε όνειρο στον Ιωσήφ και του είπε να πάρει το παιδί και τη μητέρα Του και να φύγουν στην Αίγυπτο. Πράγματι, ο Ιωσήφ πήρε τη Θεοτόκο και το Θείο βρέφος και έφυγαν μέσα στο σκοτάδι. Έφτασαν στην Αίγυπτο και έμειναν εκεί μέχρι το θάνατο του Ηρώδη. Σήμερα στο παλιό Κάιρο, κοντά στο μοναστήρι του Αγίου Γεωργίου, βρίσκεται το σπήλαιο με το πηγάδι, όπου έμεινε η αγία οικογένεια κατά τη διάρκεια της διαμονής της στην Αίγυπτο. Μετά το θάνατο του Ηρώδη και ύστερα από ειδοποίηση του Αγγέλου η αγία οικογένεια επέστρεψε, όπου εγκαταστάθηκε και πάλι στη Ναζαρέτ.

Μετά τη μετάβαση του Ιησού στο Ναό όταν ήταν δώδεκα ετών ο Ιωσήφ δεν μνημονεύεται πλέον. Γι' αυτό υποθέτουμε ότι πρέπει να πέθανε λίγο μετά από τη μετάβαση στο Ναό.


 

Δοξαστικόν του Όρθρου της Κυριακής μετά Χριστούγεννα (κατά την οποία τελείται η μνήμη του Αγίου Ιωσήφ του Μνήστορος μαζί με τον Άγιο Ιάκωβο τον Αδελφόθεο καθώς και τον Προφήτη Δαβίδ).
Ψάλλει ο Δημήτριος Παπαγιαννόπουλος. 

ΑΙΜΑ ΚΑΙ ΠΥΡ - Ψάλλει ο Δημήτριος Παπαγιαννόπουλος


''Αίμα και πυρ και ατμίδα καπνού''



Τι σημαίνουν τα λόγια αυτού του Δοξαστικού ;;


Το βιβλίο ή η προφητεία του Ιωήλ αποτελείται από 4 κεφάλαια και είναι από τα πιο λογοτεχνικά και ποιητικά βιβλία της Παλαιάς Διαθήκης.


Η προφητεία ομιλεί για μια μελλοντική μεγάλη καταστροφή της χώρας από την επιδρομή ενός ολοκλήρου σύννεφου από ακρίδες, για τη μεγάλη επίσης ανομβρία, που θα ολοκλήρωση την καταστροφή και τέλος για την ημέρα του Κυρίου, που θα έλθει και που θα είναι ήμερα κρίσεως για τα έθνη και ευημερίας για το λαό του Θεού. Όλα αυτά είναι γεγονότα, που θα συμβούν στην ιστορία, τα όποια έχουν προέκταση και βρίσκουν εκπλήρωση στο μυστήριο της θείας οικονομίας, για τη σωτηρία του ανθρώπου και του κόσμου. Γιατί αυτό είναι η προφητεία, εκείνα δηλαδή που βλέπουν και προλέγουν άνθρωποι του Θεού, οδηγημένοι από το Άγιο Πνεύμα, για τη μέλλουσα σωτηρία.


Από το βιβλίο ή την προφητεία του Ιωήλ, που δεν μπορούμε να το αναλύσουμε ολόκληρο, θα ξεχωρίσουμε κάποια λόγια, που τα ακούμε στην Εκκλησία και πρέπει να μας είναι γνωστά.
Πρώτα είναι η πρόρρηση για τον ερχομό στους Αποστόλους του Αγίου Πνεύματος την ήμερα της Πεντηκοστής. Στο προφητικό ανάγνωσμα του Εσπερινού της εορτής της Πεντηκοστής ακούμε τον προφήτη Ιωήλ. Και στο αποστολικό ανάγνωσμα της θείας Λειτουργίας την Τρίτη της Διακαινησίμου ακούμε τον απόστολο Πέτρο, μετά την επιφοίτηση του Αγίου Νεύματος, να ομιλεί στο λαό και να επαναλαμβάνει τα λόγια του προφήτη Ιωήλ. Ό,τι έβλεπε κι έλεγε ο Προφήτης πριν 800 χρόνια εκπληρώνεται τώρα, με την έλευση του Αγίου Πνεύματος «εν είδει πυρίνων γλωσσών».
Να τα λόγια της προφητείας, που τα παίρνει ο απόστολος Πέτρος για να εξηγήσει το θαύμα της Πεντηκοστής. «Θα δώσω πλουσιοπάροχα από το πνεύμα μου σε κάθε άνθρωπο, και τα παιδιά σας και οι θυγατέρες σας θα κηρύξουν την αλήθεια, και οι νέοι σας θα δουν οράματα και οι γέροντές σας θα ονειρευτούν θεϊκά όνειρα». Είναι οι ενέργειες και τα θαύματα του Αγίου Πνεύματος, καθώς τα βλέπουμε στους Αποστόλους την ημέρα της Πεντηκοστής και στους βίους των Αγίων.

Τα άλλα λόγια, που ξεχωρίζουμε από την προφητεία του Ιωήλ, είναι εκείνα που ακούμε στην Εκκλησία κάθε χρόνο την Κυριακή μετά την εορτή των Χριστουγέννων.
Ο ιερός υμνογράφος εμπνέεται το Δοξαστικό των Αίνων από τα λόγια της προφητείας του Ιωήλ, που είναι η συνέχεια στα παραπάνω λόγια που εξηγήσαμε. «Τότε θα δείξω», λέγει ο Θεός, «θαυμαστά σημάδια επάνω στον ουρανό και κάτω στη γη, αίμα και πυρ και ατμίδα καπνού». 

Με τις ίδιες λέξεις ο υμνογράφος αρχίζει το Δοξαστικό, τις οποίες στη συνέχεια εξηγεί θεολογικά. «Αίμα και πυρ και ατμίδα καπνού, τέρατα γης, α προείδεν Ιωήλ· αίμα την σάρκωσιν, πυρ την θεότητα, ατμίδα δε καπνού το Πνεύμα το Άγιον, το επελθόν, τη Παρθένω και κόσμον ευωδιάσαν…»
Αίμα είναι ο άνθρωπος Ιησούς, φωτιά ο ενανθρωπήσας Θεός Λόγος, και σύννεφο καπνού το Άγιο Πνεύμα.

Σ’ αυτό το Δοξαστικό βλέπομε πως η Εκκλησία εξηγεί τον προφητικό λόγο· ό,τι είπαν οι Προφήτες βρίσκει την εξήγηση και την εκπλήρωσή του στο πρόσωπο του Ιησού Χριστού και στην Εκκλησία. Ο καινούργιος κόσμος, που προβλέπουν και κηρύττουν όλοι οι Προφήτες, είναι ο κόσμος που θα έλθει με τη γέννηση του Ιησού Χριστού· η βασιλεία των ουρανών, ο κόσμος και ο λαός του Θεού, δηλαδή η Εκκλησία.


Επισκόπου Διονυσίου Ψαριανού, Μητροπ. Σερβίων Και Κοζάνης, ''Εικόνες Έμψυχοι''

Πέμπτη 26 Δεκεμβρίου 2019

Ευφραίνεσθε δίκαιοι (Αίνοι Χριστουγέννων) - Ψάλλει ο Δημήτριος Παπαγιαννόπουλος

Ἰδιόμελα τῆς Ἑορτῆς (Ποίημα του Αγίου Ανδρέου Κρήτης)
Στιχ. Αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν τυμπάνῳ καὶ χορῷ, αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν χορδαῖς καὶ ὀργάνῳ, Εὐφραίνεσθε Δίκαιοι, οὐρανοὶ ἀγαλλιᾶσθε, σκιρτήσατε τὰ ὄρη, Χριστοῦ γεννηθέντος, Παρθένος καθέζεται, τὰ Χερουβὶμ μιμουμένη, βαστάζουσα ἐν κόλποις, Θεόν Λόγον σαρκωθέντα. Ποιμένες τὸν τεχθέντα δοξάζουσι. Μάγοι τῷ Δεσπότῃ δῶρα προσφέρουσιν. Ἄγγελοι ἀνυμνοῦντες λέγουσιν· Ἀκατάληπτε Κύριε, δόξα σοι. Στίχ. Εἶπεν ὁ Κύριος τῷ Κυρίῳ μου κάθου ἐκ δεξιῶν μου ἕως ἂν θῶ τοὺς ἐχθρούς σου ὑποπόδιον τῶν ποδῶν σου. * Δεῦτε ἀνυμνήσωμεν, τὴν Μητέρα τοῦ Σωτῆρος, τὴν μετὰ τόκον πάλιν ὀφθεῖσαν Παρθένον. Χαίροις Πόλις ἔμψυχε, τοῦ Βασιλέως καὶ Θεοῦ, ἐν ᾗ Χριστὸς οἰκήσας, σωτηρίαν εἰργάσατο. Μετὰ τοῦ Γαβριὴλ ἀνυμνοῦμέν σε, μετὰ τῶν ποιμένων δοξάζομεν κράζοντες· Θεοτόκε πρέσβευε, τῷ ἐκ σοῦ σαρκωθέντι, σωθῆναι ἡμᾶς. *(Ψαλμός 109, Στίχος 1. Είπεν ο Κυριος και Θεός μου προς τον Κυριον και Θεόν μου, προς τον Μεσσίαν δηλαδή. Κάθισε στα τα δεξιά του θρόνου μου και εγώ θα θέσω όλους τους εχθρούς σου ως υποπόδιον των ποδών σου.)

Ιαμβικές Καταβασίες ''Έσωσε λαόν'' σε μετάφραση - Ψάλλει ο Δημήτριος Παπαγιαννόπουλος

Ιαμβικές Καταβασίες Χριστουγέννων.
Ψάλλει ο Δημήτριος Παπαγιαννόπουλος σε ζωντανή ηχογράφηση από τον Ιερό Ναό Αγίου Χαραλάμπους στην Μήλο.
Κυριακή μετά τα Χριστούγεννα.


Ὠδὴ α’. Ἦχος α’.

Ἔσωσε λαόν, θαυματουργῶν Δεσπότης,

Ὑγρὸν θαλάσσης κῦμα, χερσώσας πάλαι.

Ἑκὼν δὲ τεχθείς, ἐκ Κόρης τρίβον βατήν,
Πόλου τίθησιν ἡμῖν· ὅν κατ’ οὐσίαν, 
Ἴσόν τε Πατρί, καὶ βροτοῖς δοξάζομεν.

(Έσωσε ο Κύριός μας τον παλαιό καιρό τον Ισραηλίτικο λαό θαυματουργικά με το που μετέβαλε το υγρό κύμα της θάλασσας σε στεριά. Και τώρα πάλι με την εκούσια γέννησή Του από την Παρθένο, έκαμε ευκολοδιάβατο σε μας το δρόμο για τον Ουρανό. Αυτόν λοιπόν, που είναι στην ουσία ίσος και με τον Θεό Πατέρα ως Θεός και με μας τους ανθρώπους, δοξολογούμε.)

Ὠδὴ γ’. 
Νεῦσον πρὸς ὕμνους, οἰκετῶν εὐεργέτα, 
Ἐχθροῦ ταπεινῶν, τὴν ἐπηρμένην ὀφρύν, 
Φέρων τε παντεπόπτα, τῆς ἁμαρτίας 
Ὕπερθεν ἀκλόνητον, ἐστηριγμένους, 
Μάκαρ μελῳδούς, τῇ βάσει τῆς πίστεως.

(Θεέ, ο ευεργέτης μας, πρόσδεξαι με συμπάθεια τους ύμνους των δούλων Σου, ταπεινώνοντας της αλαζονική έπαρση του εχθρού-διαβόλου και απαλλάσσοντας τους υμνητές Σου, μακάριε παντεπόπτη, από την αμαρτία, ακλόνητα στηριγμένους στο θεμέλιο της πίστεως.)



Ὠδὴ δ’. 
Γένους βροτείου, τὴν ἀνάπλασιν πάλαι, 
ᾌδων προφήτης, Ἀββακοὺμ προμηνύει, 
Ἰδεῖν ἀφράστως, ἀξιωθεὶς τὸν τύπον· 
Νέον βρέφος γάρ, ἐξ ὄρους τῆς Παρθένου, 
Ἐξῆλθε λαῶν, εἰς ἀνάπλασιν Λόγος. 

(Την αναγέννηση του ανθρωπίνου γένους προφητεύει ψάλλοντας τον παλαιό καιρό ο προφήτης Αββακούμ, όταν αξιώθηκε να δει, με τρόπο ακατανόητο, αυτήν νοερά. Γιατί πράγματι παράδοξο βρέφος, ο Λόγος του Θεού, βγήκε από το κατάσκιο βουνό, την Παρθένο, για να αναγεννήσει την ανθρωπότητα.)


Ὠδὴ ε’. 
Ἐκ νυκτὸς ἔργων, ἐσκοτισμένης πλάνης, 
Ἱλασμὸν ἡμῖν, Χριστὲ τοῖς ἐγρηγόρως, 
Νῦν Σοι τελοῦσιν, ὕμνον ὡς εὐεργέτῃ, 
Ἔλθοις πορίζων, εὐχερῆ τε τὴν τρίβον, 
Καθ’ ἣν ἀνατρέχοντες, εὕροιμεν κλέος. 

(Σε εμάς, τους σκοτισμένους απ’ τα ζοφερά έργα της πλανεύτρας αμαρτίας, τώρα που αναμέλπουμε με πλήρη συναίσθηση ύμνο σε Σένα ως ευεργέτη Χριστέ, έλα προσφέροντας την εξιλέωση και καθιστώντας εύκολο το δρόμο της αρετής, πάνω στον οποίο τρέχοντας, άμποτε να βρούμε τη δόξα του Ουρανού.)


Ὠδὴ ς’. 
Ναίων Ἰωνᾶς, ἐν μυχοῖς θαλαττίοις, 
Ἐλθεῖν ἐδεῖτο, καὶ ζάλην ἀπαρκέσαι. 
Νυγεὶς ἐγὼ δέ, τῷ τυραννοῦντος βέλει, 
Χριστὲ προσαυδῶ, τὸν κακῶν ἀναιρέτην, 
Θᾶττον μολεῖν Σε, τῆς ἐμῆς ῥᾳθυμίας. 

(Ο προφήτης Ιωνάς μέσα στο βυθό της θάλασσας παρακαλούσε να έρθει σε Εσένα Κύριε και να του απομακρύνεις τη ζάλη και τον κίνδυνο του θανάτου. Εγώ όμως, πληγωμένος από το βέλος του τυράννου-διαβόλου απευθύνομαι σ’ Εσένα τον καταλύτη των κακών, Χριστέ, όσο πιο γρήγορα να έρθεις σε μένα, προτού με κυριεύσει η ραθυμία μου.)


Ὠδὴ ζ’. 
Τῷ παντάνακτος, ἐξεφαύλισαν πόθῳ, 
Ἄπλητα θυμαίνοντος, ἠγκιστρωμένοι, 
Παῖδες τυράννου, δύσθεον γλωσσαλγίαν· 
Οἷς εἴκαθε πῦρ, ἄσπετον τῷ Δεσπότῃ, 
Λέγουσιν· Εἰς αἰῶνας εὐλογητὸς εἶ. 

(Από τον πόθο και την αγάπη του παμβασιλέως Θεού κυριευμένοι οι Τρεις Παίδες, περιφρόνησαν την ασεβή βλασφημία του τυράννου, ασυγκράτητα οργισμένου εναντίον τους. Γι’ αυτό υποχώρησε η σφοδρή φωτιά μπροστά σ’ αυτούς, που στον Δεσπότη Θεό έψελναν, ευλογημένος είσαι στους αιώνες.)

 Ὠδὴ η’. 
Αἰνοῦμεν, εὐλογοῦμεν καὶ προσκυνοῦμεν τὸν Κύριον. 

Μήτραν ἀφλέκτως, εἰκονίζουσι Κόρης, 
Οἱ τῆς παλαιᾶς, πυρπολούμενοι νέοι, 
Ὑπερφυῶς κύουσαν, ἐσφραγισμένην. 
Ἄμφω δὲ δρῶσα, θαυματουργίᾳ μιᾷ, 
Λαοὺς πρὸς ὕμνον, ἐξανίστησι Χάρις. 

(Οι Τρεις Νέοι της Παλαιάς Διαθήκης, που μέσα στο καμίνι της φωτιάς πυρπολούνταν χωρίς να καίγονται, προεικονίζουν τη μήτρα της Κόρης, που με υπερφυσικό τρόπο κυοφόρησε τον Χριστό παραμένοντας σφραγισμένη (Παρθένος). Αυτή η χάρη του Θεού, που ενήργησε με μια θαυματουργική δύναμη τα δύο αυτά θαύματα, διεγείρει τους πιστούς σε δοξολογία.)


 Μεγαλύνει ἡ ψυχή μου τὸν Κύριον, καὶ ἠγαλλίασε τὸ πνεῦμά μου ἐπὶ τῷ Θεῷ τῷ Σωτῆρί μου. 

Τὴν Τιμιωτέραν τῶν Χερουβείμ, καὶ ἐνδοξοτέραν ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφείμ, τὴν ἀδιαφθόρως Θεὸν Λόγον τεκοῦσαν, τὴν ὄντως Θεοτόκον, σὲ μεγαλύνομεν. 

Ὅτι ἐποίησέ μοι μεγαλεῖα ὁ Δυνατός, καὶ ἅγιον τὸ ὄνομα αὐτοῦ, καὶ τὸ ἔλεος αὐτοῦ εἰς γενεάν, καὶ γενεὰν τοῖς φοβουμένοις αὐτόν. 

Τὴν Τιμιωτέραν τῶν Χερουβείμ... 

Καθεῖλε δυνάστας ἀπὸ θρόνων, καὶ ὕψωσε ταπεινούς, πεινῶντας ἐνέπλησεν ἀγαθῶν, καὶ πλουτοῦντας ἐξαπέστειλε κενούς. 

Τὴν Τιμιωτέραν τῶν Χερουβείμ..
Ὠδὴ Θ’. 

Μεγάλυνον ψυχή μου, τὴν λυτρωσαμένην, ἡμᾶς ἐκ τῆς κατάρας. 

«Στέργειν μὲν ἡμᾶς, ὡς ἀκίνδυνον φόβῳ, 
Ῥᾷον σιωπήν, τῷ πόθῳ δὲ Παρθένε, 
Ὕμνους ὑφαίνειν, συντόνως τεθηγμένους, 
Ἐργῶδές ἐστιν, ἀλλὰ καὶ Μήτηρ σθένος, 
Ὅση πέφυκεν ἡ προαίρεσις δίδου».

(Το ν’ αρκεστούμε από φόβο στη σιωπή, που είναι κάτι ακίνδυνο, είναι πιο εύκολο για μας, ενώ το να συνθέτουμε για Σένα, Παρθένε, ύμνους τεχνουργημένους αρμονικά, παρασυρμένοι από τον πόθο για Σένα, είναι επίπονο και επικίνδυνο. Αλλά Εσύ, Μητέρα, δίνε μας τόση δύναμη όση είναι η προαίρεσή μας για να σε υμνήσουμε.)

Σάββατο 21 Δεκεμβρίου 2019

Μεγάλες καὶ Βασιλικὲς Ὧρες τῶν Χριστουγέννων (μὲ κείμενο) - Ψάλλει ὁ Δημήτριος Παπαγιαννόπουλος


Ἀπάνθισμα Ἱερῶν Ὕμνων ἀπὸ τὴν Ἀκολουθία τῶν Μεγάλων καὶ Βασιλικῶν Ὡρῶν τῶν Χριστουγέννων ποὺ τελεῖται στὶς 24 Δεκεμβρίου.
Ὑμνολογεὶ ὁ Δημήτριος Παπαγιαννόπουλος.
 
ΩΡΑ ΠΡΩΤΗ

Στιχηρὰ Ἰδιόμελα
Ἦχος πλ. δ', Ποίημα Σωφρονίου Πατριάρχου Ἱεροσολύμων
 
Βηθλεὲμ ἑτοιμάζου· εὐτρεπιζέσθω ἡ φάτνη· τὸ Σπήλαιον δεχέσθω, ἡ ἀλήθεια ἦλθεν· ἡ σκιὰ παρέδραμε· καὶ Θεὸς ἀνθρώποις, ἐκ Παρθένου πεφανέρωται, μορφωθείς τὸ καθ' ἡμᾶς, καὶ θεώσας τὸ πρόσλημμα. Διὸ Ἀδὰμ ἀνανεοῦται σὺν τῇ Εὔᾳ, κράζοντες· Ἐπὶ γῆς εὐδοκία ἐπεφάνη, σῶσαι τὸ γένος ἡμῶν.

Στίχ.
 Ὁ Θεὸς ἀπὸ Θαιμὰν ἥξει καὶ ὁ ἅγιος ἐξ ὄρους κατασκίου δασέος.
Ἦχος γ'
Νῦν προφητικὴ πρόρρησις, πληρωθῆναι ἐπείγεται, μυστικῶς ἡ φάσκουσα· Καὶ σὺ Βηθλεὲμ γῆ Ἰούδα, οὐδαμῶς ὑπάρχεις ἐλαχίστη ἐν τοῖς Ἡγεμόσι, προευτρεπίζουσα τὸ σπήλαιον· ἐκ σοῦ γὰρ μοι ἐξελεύσεται, ἡγούμενος τῶν Ἐθνῶν διὰ σαρκός, ἐκ Παρθένου Κόρης Χριστὸς ὁ Θεός, ὃς ποιμανεῖ τὸν λαὸν αὐτοῦ, τὸν νέον Ἰσραήλ. Δῶμεν αὐτῷ ἅπαντες μεγαλωσύνην.

Δόξα...Καὶ νῦν...Ἦχος πλ. δ'

Τάδε λέγει Ἰωσὴφ πρὸς τὴν Παρθένον· Μαρία, τὶ τὸ δρᾶμα τοῦτο, ὃ ἐν σοὶ τεθέαμαι; ἀπορῶ καὶ ἐξίσταμαι, καὶ τὸν νοῦν καταπλήττομαι! Λάθρα τοίνυν ἀπ' ἐμοῦ, γενοῦ ἐν τάχει. Μαρία, τὶ τὸ δρᾶμα τοῦτο, ὃ ἐν σοὶ τεθέαμαι; ἀντὶ τιμῆς αἰσχύνην, ἀντ' εὐφροσύνης, τὴν λύπην, ἀντὶ τοῦ ἐπαινεῖσθαι, τὸν ψόγον μοι προσήγαγες. Οὐκ ἔτι φέρω λοιπόν, τὸ ὄνειδος ἀνθρώπων· ὑπὸ γὰρ Ἱερέων ἐκ τοῦ ναοῦ, ὡς ἄμεμπτον Κυρίου σὲ παρέλαβον· καὶ τὶ τὸ ὁρώμενον;

ΩΡΑ ΤΡΙΤΗ

Στίχ. Ὁ Θεὸς ἀπὸ Θαιμὰν ἥξει καὶ ὁ ἅγιος ἐξ ὄρους κατασκίου δασέος.
Ἦχος πλ. δ'
Πρὸ τῆς Γεννήσεως τῆς σῆς, τρόμῳ ὁρῶσαι τὸ μυστήριον Κύριε, αἱ νοεραὶ στρατιαὶ κατεπλήττοντο· ὡς γὰρ βρέφος νηπιάσαι ηὐδόκησας, ὁ τὸν πόλον κοσμήσας τοῖς ἀστράσι· καὶ φάτνῃ τὼν ἀλόγων ἀνακέκλισαι, ὁ δρακὶ συνέχων πάντα γῆς τὰ πέρατα· τοιαύτῃ γὰρ οἰκονομίᾳ, ἐγνώσθη σου ἡ εὐσπλαγχνία. Χριστέ, τὸ μέγα ἔλεος, δόξα σοι.

Δόξα...
Καὶ νῦν...Ἦχος γ'
Ἰωσήφ, εἰπὲ ἡμῖν, πῶς ἐκ τὼν ἁγίων ἣν παρέλαβες Κόρην, ἔγκυον φέρεις ἐν Βηθλεέμ; Ἐγὼ φησι, τοὺς Προφήτας ἐρευνήσας, καὶ χρηματισθεὶς ὑπὸ Ἀγγέλου, πέπεισμαι, ὅτι Θεὸν γεννήσει ἡ Μαρία ἀνερμηνεύτως· οὗ εἰς προσκύνησιν, Μάγοι ἐξ Ἀνατολῶν ἥξουσι, σὺν δώροις τιμίοις λατρεύοντες. Ὁ σαρκωθεὶς δι' ἡμᾶς, Κύριε, δόξα σοι.

ΩΡΑ ΕΚΤΗ 


Στιχηρὰ Ἰδιόμελα Ἦχος α'
Δεῦτε πιστοὶ ἐπαρθῶμεν ἐνθέως, καὶ κατίδωμεν συγκατάβασιν θεϊκὴν ἄνωθεν, ἐν Βηθλεὲμ πρὸς ἡμᾶς ἐμφανῶς· καὶ νοῦν καθαρθέντες, τῷ βίῳ προσενέγκωμεν, ἀρετάς ἀντὶ μύρου, προευτρεπίζοντες πιστῶς, τῶν Γενεθλίων τὰς εἰσόδους, ἐπὶ τῶν ψυχικῶν θησαυρισμάτων, κράζοντες· Ἐν ὑψίστοις δόξα, Θεῷ τῷ ἐν Τριάδι, δι' οὗ ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία ἐπεφάνη, τὸν Ἀδὰμ ἐκλυτρώσασθαι, τῆς ἀρχεγόνου ἀρᾶς ὡς Φιλάνθρωπος.

Δόξα...Καὶ νῦν...Ἦχος πλ. α'

Δεῦτε χριστοφόροι λαοὶ κατίδωμεν, θαῦμα πᾶσαν ἔννοιαν, ἐκπλῆττον καὶ συνέχον καὶ εὐσεβῶς προσκυνοῦντες, πίστει ἀνυμνήσωμεν. Σήμερον πρὸς Βηθλεέμ, ἐγκυμονοῦσα Κόρη παραγίνεται, τοῦ γεννῆσαι τὸν Κύριον· χοροὶ δέ, Ἀγγέλων προτρέχουσι. Καὶ ταῦτα βλέπων ἐβόα, Ἰωσὴφ ὁ Μνήστωρ· Τὶ τὸ ἐν σοὶ ξένον μυστήριον Παρθένε; καὶ πῶς μέλλεις λοχεῦσαι, ἡ ἀπειρόζυγος Δάμαλις;

ΩΡΑ ΕΝΑΤΗ


Στιχηρὰ Ἰδιόμελα Ἦχος βαρὺς

Ἐξεπλήττετο ὁ Ἡρῴδης, ὁρῶν τῶν Μάγων τὴν εὐσέβειαν, καὶ τῷ θυμῷ νικώμενος, τοῦ ἔτους ἠκριβολόγει τὸ διάστημα. Μητέρες ἠτεκνοῦντο, καὶ ἡ ἄωρος ἡλικία τών βρεφῶν, πικρῶς κατεθερίζετο· μαζοὶ ἐξηραίνοντο, καὶ πόροι γάλακτος συνεστέλλοντο. Μέγα ἦν τὸ δεινόν! διὸ εὐσεβῶς πιστοὶ συνελθόντες, προσκυνήσωμεν τοῦ Χριστοῦ τὴν γέννησιν.



Δόξα... Καὶ νῦν... Ἦχος πλ. β'

Σήμερον γεννᾶται ἐκ Παρθένου, ὁ δρακὶ τὴν πᾶσαν ἔχων κτίσιν (ἐκ τρίτου).
Ῥάκει καθάπερ βροτὸς σπαργανοῦται, ὁ τῇ οὐσίᾳ ἀναφής.
Θεὸς ἐν φάτνῃ ἀνακλίνεται, ὁ στερεώσας τοὺς οὐρανούς πάλαι κατ' ἀρχάς.
Ἐκ μαζῶν γάλα τρέφεται, ὁ ἐν τῇ ἐρήμῳ Μάννα ὀμβρίσας τῷ Λαῷ.
Μάγους προσκαλεῖται, ὁ Νυμφίος τῆς Ἐκκλησίας.
Δῶρα τούτων αἴρει, ὁ Υἱὸς τῆς Παρθένου.
Προσκυνοῦμέν σου τὴν Γένναν Χριστέ (ἐκ γ').
Δεῖξον ἡμῖν καὶ τὰ θεῖά σου Θεοφάνεια.


Παρασκευή 20 Δεκεμβρίου 2019

Ύμνοι Παραμονής Χριστουγέννων - Μέρος 3


Ἦχος πλ. β' ΑΙΝΟΙ
ΨΑΛΜΟΣ ΡΜΗ' (148)


Πᾶσα πνοὴ αἰνεσάτω τὸν Κύριον.

Αἰνεῖτε τὸν Κύριον ἐκ τῶν οὐρανῶν αἰνεῖτε αὺτὸν ἐν τοῖς ὑψἰστοις· Σοὶ πρέπει ὕμνος τῷ Θεῷ.

Αἰνεῖτε αὐτὸν πάντες οἱ Ἄγγελοι αὐτοῦ· αἰνεῖτε αὐτὸν, πᾶσαι αἱ Δυνάμεις αὐτοῦ·Σοὶ πρέπει ὕμνος τῷ Θεῷ.

Στιχ. Αἰνεῖτε αὐτὸν ἐπὶ ταῖς δυναστείαις αὐτοῦ, αἰνεῖτε αὐτὸν κατὰ τὸ πλῆθος τῆς μεγαλωσύνης αὐτοῦ.
Στιχηρὰ Προσόμοια Προεόρτια Ἦχος πλ. β' Αἱ Ἀγγελικαὶ 


Ὢ τῶν ὑπὲρ νοῦν, καὶ ἀρρήτων μυστηρίων! τίκτεται Θεός, ἐπὶ γῆς δι' εὐσπλαγχνίαν, τὴν δουλικὴν εἰκόνα, ἑαυτῷ περιθέμενος, ὅπως τῆς δουλείας ἀφαρπάσῃ, τῆς τοῦ ἀλλοτρίου τοὺς βοῶντας, πόθῳ ζέοντι· Εὐλογημένος εἶ Σωτήρ, ὁ μόνος Φιλάνθρωπος.


Στιχ. Αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν ἤχῳ, σάλπιγγος, αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν ψαλτηρίῳ καὶ κιθάρᾳ.

Ἦχος πλ. β'
Δεῦρο Ἰσραήλ, βαρυκάρδιε ἀπόθου, τὸ ἐν τῇ ψυχῇ, ἐπικείμενόν σοι νέφος, ἐπίγνωθι τὸν Πλάστην, ἐν Σπηλαίῳ τικτόμενον, οὗτος τῶν Ἐθνῶν ἡ προσδοκία, οὗτος καθελεῖ τὰς ἑορτάς σου, βοᾶν· οὐ πείθῃ γάρ, ὁ Βασιλεὺς τοῦ Ἰσραήλ, Χριστὸς παραγίνεται.


Στιχ. Αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν τυμπάνῳ καὶ χορῷ, αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν χορδαῖς καὶ ὀργάνῳ,
Ἦχος πλ. β'
Ἥλιε Υἱέ, πῶς σε κρύψω τοῖς σπαργάνοις; πῶς σε γαλουχῶ, πάσης φύσεως τροφέα; πῶς σε χερσὶ κατέχω, τὸν κρατοῦντα τὰ σύμπαντα; πῶς σοι ἀδεῶς ἐνατενίζω, ᾧ οὐ τολμᾷ ἐνατενίζειν, τὰ πολυόμματα; ἡ Ἀπειρόγαμος Χριστόν, κρατοῦσα ἐφθέγγετο.


Στιχ. Αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν κυμβάλοις εὐήχοις, αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν κυμβάλοις ἀλαλαγμοῦ. Πᾶσα πνοὴ αἰνεσάτω τὸν Κύριον.
Ἦχος πλ. β'
ᾌσμασι καινοῖς, ἀλαλάξατε Ποιμένες, λόγους μαγικούς, ἀπορρίψατε οἱ Μάγοι, σταλάξατε τὰ ὄρη, καὶ βουνοὶ ἀγαλλίασιν, δεῦτε θυγατέρες Βασιλέων, εἰς τὴν χαράν τῆς Θεοτόκου, λαοὶ εἴπωμεν· Εὐλογημένος ὁ τεχθείς, Θεὸς ἡμῶν δόξα σοι.


Δόξα... Δοξαστικὸν Ἦχος πλ. β' Αἱ Ἀγγελικαὶ 
Δεῦρο Βηθλεέμ, ἑτοιμάζου τὰ τοῦ τόκου, ἴθι Ἰωσήφ, ἀπογράφου σὺν Μαρίᾳ, σεπτοτάτη ἡ φάτνη! θεοφόρα τὰ σπάργανα! ἔνθα ἡ ζωὴ ἐνειληθεῖσα, σειρὰς θανάτου διαρρήξει, ἐπισφίγγουσα, πρὸς ἀφθαρσίαν τοὺς βροτούς, Χριστὲ ὁ Θεὸς ἡμῶν.


Καὶ νῦν... Θεοτοκίον Ἦχος πλ. β'
Ὢ μακαριστή, τῆς θεόπαιδος κοιλία, ἥτις νοητῶς, οὐρανοῦ μείζων ἐδείχθη! ὃν οὐ χωρεῖ γὰρ οὗτος, σὺ κατέχεις βαστάζουσα. Ὢ μακαριστοὶ μαστοὶ Παρθένου, οὕσπερ θηλάσειεν ὁ τρέφων, πνοὴν ἅπασαν, Χριστὸς ὁ μήτρᾳ σάρξ παγείς, ἀνάνδρου Νεάνιδος.


Εἰς τὸν Στίχον, Στιχηρὰ Προσόμοια.
Ἦχος β' Οἶκος τοῦ Ἐφραθᾶ
 


Οἶκος τοῦ Παντουργοῦ, ἐδείχθης ὦ Παρθένε· ἐν σοὶ γὰρ ἐνοικήσας, ὁ Κύριος τῆς δόξης, τεχθῆναι νῦν προέρχεται.


Στίχ. Ὁ Θεὸς ἀπὸ Θαιμὰν ἥξει καὶ ὁ ἅγιος ἐξ ὄρους κατασκίου δασέος.
Νέον ἐν Βηθλεέμ, παιδίον ἐκ Παρθένου, Θεὸς ὁ πρὸ αἰώνων, ἐν φάτνῃ τῶν ἀλόγων, γεννᾶται, ὢ τοῦ θαύματος!


Στίχ. Κύριε εἰσακήκοα τὴν ἀκοήν σου καὶ ἐφοβήθην· κατενόησα τὰ ἔργα σου.
Τάξεις αἱ νοεραί, Ἀγγέλων ἐν ὑψίστοις, Θεῷ μετὰ Ποιμένων, βοήσατε καὶ Μάγων, τῷ τικτομένῳ δόξα σοι.


Ὑπόδεξαι Βηθλεέμ, τὴν τοῦ Θεοῦ Μητρόπολιν· φῶς γὰρ τὸ ἄδυτον, ἐπὶ σὲ γεννῆσαι ἥκει, Ἄγγελοι θαυμάσατε ἐν οὐρανῷ, ἄνθρωποι δοξάσατε ἐπὶ τῆς γῆς, Μάγοι ἐκ Περσίδος, τὸ τρισόκλεον δῶρον προσκομίσατε· Ποιμένες ἀγραυλοῦντες, τὸν τρισάγιον ὕμνον μελῳδήσατε. Πᾶσα πνοὴ αἰνεσάτω τὸν Παντουργέρτην.

Τετάρτη 18 Δεκεμβρίου 2019

Ύμνοι Παραμονής Χριστουγέννων - Μέρος 2




ᾨδὴ α' Ἦχος πλ. β' Ὁ Εἱρμὸς
«Κύματι θαλάσσης, τὸν κρύψαντα πάλαι διώκτην τύραννον, Φάτνῃ κρυπτόμενον, κτεῖναι ζητεῖ ὁ Ἡρῴδης· ἀλλ' ἡμεῖς σὺν Μάγοις μέλψωμεν· τῷ Κυρίῳ ᾄσωμεν· ἐνδόξως γὰρ δεδόξασται».

Κύριε Θεέ μου, Γενέθλιον ὕμνον καὶ προεόρτιον, ᾠδήν σοι ᾄσομαι, τῷ τῇ Γεννήσει σου θείαν, ἀναγέννησιν διδόντι μοι, καὶ εἰς τὴν προτέραν με, εὐγένειαν ἀνάγοντι.

Ἄνω σε ἐν θρόνῳ, καὶ κάτω ἐν φάτνῃ, τὰ ὑπερκόσμια, καὶ τὰ περίγεια, κατανοοῦντα Σωτήρ μου, κατεπλήττοντο τὸ κράτος σου· ὑπὲρ νοῦν ὡράθης γάρ, διπλοῦς φύσει Θεάνθρωπος.

Ἵνα σου τῆς δόξης, τὰ πάντα πληρώσῃς, κλίνας ἐλήλυθας, τοὺς οὐρανοὺς ἕως γῆς· ὡς γὰρ ἐν πόκῳ κατέβης, ὑετὸς ἐν μήτρᾳ Παρθενικῇ, ἐξ ἧς νῦν τεχθήσεσθαι, διπλοῦς ἔρχῃ Θεάνθρωπε.

Ἕτερος Κανὼν Προεόρτιος, οὗ ἡ Ἀκροστιχὶς κατὰ Ἀλφάβητον.
Ἰωσήφ.

ᾨδὴ α' 
Ἦχος β' Ὁ Εἱρμὸς 
«Ἐν βυθῷ κατέστρωσε ποτέ, τὴν Φαραωνίτιδα, πανστρατιὰν ἡ ὑπέροπλος δύναμις σαρκωθεὶς ὁ Λόγος δέ, τὴν παμμόχθηρον ἁμαρτίαν ἐξήλειψεν, ὁ δεδοξασμένος Κύριος· ἐνδόξως γὰρ δεδόξασται».

Ἀπεγράφης Καίσαρος θεσμῷ, θέλων ἀπογράψασθαι, βίβλῳ ζωῆς παμβασιλεῦ τὸν ἄνθρωπον, ξένος εἰς τὰ ἴδια παραγέγονας, τὸν δεινῶς ξενιτεύσαντα, ἐκ τοῦ Παραδείσου, εἰς τὸν οὐρανὸν ἀνακαλούμενος.

Βηθλεὲμ ὑπόδεξαι Χριστόν· σοὶ γὰρ σωματούμενος, ἐπιδημεῖ τὴν Ἐδὲμ ἐξανοίγων μοι, εὐτρεπίζου Σπήλαιον, τὸν ἀχώρητον θεωρῆσαι χωρούμενον, ἐν σοὶ παραδόξως, πλούτῳ εὐσπλαγχνίας νῦν πτωχεύσαντα.

Γεννηθῆναι ἔρχεται Χριστός, ξένην ἀναγέννησιν, τοῖς ἐξ Ἀδάμ, ὡς ἀγαθὸς δωρούμενος, εὐφράνθητι ἔρημος, ἡ οὐ τίκτουσα, τῶν βροτῶν φύσις ἅπασα, ἦλθεν ὁ Δεσπότης, σὲ πολυτεκνοῦσαν ἀπεργάσασθαι.

Κανὼν τῆς Ἁγίας, οὗ ἡ Ἀκροστιχίς.
Εὐγενίης μέγα κῦδος ἐν ᾄσμασιν ἔξοχα μέλπω.
Θεοφάνους.

ᾨδὴ α' 
Ἦχος β' Ἐν βυθῷ κατέστρωσε ποτέ 
Εὐγενία Μάρτυς τοῦ Χριστοῦ, νῦν περιχορεύουσα, χαρμονικῶς σὺν Ἀγγέλων στρατεύμασιν, ὡς Παρθένος ἄμωμος, καὶ ὡς Μάρτυς στεφανηφόρος πανόλβιε, χάριν δωρηθῆναι, πρέσβευε τοῖς πόθῳ ἀνυμνοῦσί σε.

Ὑμνῳδίας Νύμφη τοῦ Χριστοῦ, θείας ἐπακούσασα, πρὸς ὑψηλὴν ἐπτερώθης εὐγένειαν· ὡς γὰρ φῶς ἐνήστραψε, τῇ καρδίᾳ σου τῶν ᾀσμάτων τοῦ Πνεύματος, ἡ θεολογία, πᾶσαν ἀθεότητα διώκουσα.

Γυναικείας φύσεως ὁ σός, νοῦς ἐπιλαθόμενος, πρὸς ἀνδρικὰς ἐνεργείας ἀνέδραμεν, ἀνδρωθεὶς τῇ χάριτι, καὶ Θεῷ προνοητικῶς εὐθυνόμενος. Μάρτυς Εὐγενία, θείας εὐγενείας ἡ ἐπώνυμος.

Ἐλλαμφθεῖσα φέγγει νοητῷ, πλείστους τῆς ἐλλάμψεως, συμμετασχεῖν ἀπειργάσω θεόσοφε· ἧς νῦν τοὺς ὑμνοῦντάς σε, λυτρουμένη τῆς ἁμαρτίας ἀξίωσον, ταῖς σαῖς ἱκεσίαις, Μάρτυς Εὐγενία παμμακάριστε.


Θεοτοκίον
Νεκρωθέντες γνώσεως φυτῷ, ξύλῳ τῆς ζωῆς Ἁγνή, πρὸς τὴν ζωὴν οἱ πιστοὶ ἀνεκλήθημεν, τῷ ἐκ σοῦ βλαστήσαντι, ὑπὲρ ἔννοιαν, Θεοτόκε, Χριστῷ τῷ Θεῷ· ᾧ σὺν παρρησίᾳ, πρέσβευε σωθῆναι τὰς ψυχὰς ἡμῶν.

Κανών α', ᾨδὴ γ', Προεόρτιος Ἦχος πλ. β' Ὁ Εἱρμὸς 
«Σὲ τὸν ἐπὶ ὑδάτων, κρεμάσαντα πᾶσαν τὴν γῆν ἀσχέτως, ἡ κτίσις κατιδοῦσα, ἐν τῷ Σπηλαίῳ τικτόμενον, θαμβητικῶς συνείχετο· Οὐκ ἔστιν Ἅγιος πλήν σου Κύριε κραυγάζουσα».

Σύμβολα τῆς ἀρρήτου, σαρκώσεως, παραδεικνὺς Οἰκτίρμον, ἐπλήθυνας ὁράσεις, καὶ προφητείας ἐνέπνευσας· ἃς νῦν ἐλθὼν ἐπλήρωσας, σαρκὶ τικτόμενος, Κόρης ἐξ ἁγνῆς ἐν πόλει Δαυΐδ.

Ἥπλωσε γῆ τὰ νῶτα, καὶ δέχεται δεχόμενον τὸν Κτίστην, τὴν δόξαν ἐξ Ἀγγέλων, ἐξ οὐρανοῦ τὸν ἀστέρα δέ, ἐκ τῶν Ποιμένων αἴνεσιν, ἐκ Μάγων δῶρά τε, κόσμου τε παντὸς ἐπίγνωσιν.

Μάντεως χρησμολόγου, προβλήματα Βαλαὰμ νῦν πληροῦνται· ἀνέτειλε γὰρ ἄστρον, ἐξ, Ἰακὼβ καὶ ὡδήγησε, πρὸς τὸν τῆς δόξης Ἥλιον, δῶρα κομίζοντας, Μάγους ἐκ Περσίδος ἄνακτας.

Κανών β', ᾨδὴ γ', Ἕτερος Προεόρτιος Ἦχος β'
Ἐξήνθησεν ἡ ἔρημος 


Δεσμῶν ἀπολυτρούμενος, τῶν κακῶν με Κύριε, ἐνειληθῆναι σπάργανα, ὥσπερ βρέφος, ἔρχῃ φιλάνθρωπε· προσκυνῶ σου τὴν θείαν συγκατάβασιν.

Ἐν χρόνῳ γεγονότα σε, τὸν ἀχρόνως λάμψαντα, ἐκ τοῦ Πατρὸς προέρχεται, ἡ Παρθένος τεκεῖν τὰ χρόνια, διαλύοντα πάθη τῶν ψυχῶν ἡμῶν.

Ζητῶν με τὸν πλανώμενον, παραβάσει Σπήλαιον, ὡς οὐρανὸν κατῴκησας, τὰς μονὰς μοι εὐτρεπιζόμενος, τὰς ἐκεῖθεν οἰκτίρμον Πολυέλεε.

Κανών γ', ᾨδὴ γ', τῆς Ἁγίας Ἦχος β' Ἐν πέτρᾳ με τῆς πίστεως
Ἱερεῖον ὥσπερ ἄμωμον τῷ Δεσπότῃ, προσήχθης διανοίᾳ τελειοτάτῃ, τὸν πλοῦτον τὸν φθειρόμενον ἀπεσείσω, βοῶσα Πάνσοφε· Σὺ εἶ Θεὸς ἡμῶν, καὶ οὐκ ἔστιν Ἅγιος πλήν σου Κύριε.

Ἡ Πάναγνος ἐγνώσθη σου καθαρότης· διέλαμψε τῶν ἄθλων σου ἡ στερρότης· τὴν πρᾶξιν γὰρ ἐπίβασιν θεωρίας, εἰργάσω κράζουσα· Σὺ εἶ ὁ Θεὸς ἡμῶν, καὶ οὐκ ἔστιν Ἅγιος πλήν σου Κύριε.

Σωφροσύνης τῷ ἔρωτι κατεθέλχθης, ἐτήρησας τὸ καύχημα τῆς ἁγνείας, ἐγένου περιδέξιος τῇ σοφίᾳ, Χριστῷ κραυγάζουσα· Σὺ εἶ Θεὸς ἡμῶν, καὶ οὐκ ἔστιν Ἅγιος πλήν σου Κύριε.
Θεοτοκίον
Μαρίαν τὴν πανάχραντον Θεοτόκον, ὑμνήσωμεν ὡς πρόξενον σωτηρίας, φανεῖσαν οἱ θεόφρονες, ἐκβοῶντες· Οὐκ ἔστιν ἄμωμος, ὡς σὺ Πανάχραντε, καὶ οὐκ ἔστιν ἄμεμπτος, πλήν σου Δέσποινα.


Ὁ Εἱρμὸς
«Ἐν πέτρᾳ με τῆς πίστεως στερεώσας, ἐπλάτυνας τὸ στόμα μου ἐπ' ἐχθρούς μου· ηὐφράνθη γὰρ τὸ πνεῦμά μου ἐν τῷ ψάλλειν. Οὐκ ἔστιν Ἅγιος ὡς ὁ Θεὸς ἡμῶν, καὶ οὐκ ἔστι δίκαιος, πλήν σου Κύριε».

Κάθισμα Προεόρτιον  Ἦχος α' Τὸν τάφον σου Σωτὴρ 


Ἀγάλλου ἡ Σιών, Βηθλεὲμ εὐτρεπίζου, ὁ πάντων συνοχεύς, τὸν ἀστέρα προπέμψας, ἐμήνυσε τὴν ἄμετρον, ἑαυτοῦ συγκατάβασιν· ὃν γὰρ τρέμουσι, τῶν οὐρανῶν αἱ Δυνάμεις, ὄντως τίκτεται, ἐκ τῆς Παρθένου ἀτρέπτως, ὁ μόνος Θεὸς ἡμῶν.


Δόξα... 

Τῆς Ἁγίας Ἦχος πλ. δ' Τὴν Σοφίαν καὶ Λόγον 

Ἐνασκήσασα πόνοις ἀθλητικοῖς, ἐδοξάσθης ἀγῶσι μαρτυρικοῖς, πολλοὺς προσενέγκασα, σῳζομένους τῷ Κτίστη σου· τῷ γὰρ θείῳ πόθῳ, λιποῦσα τὰ πρόσκαιρα, ἀνδρικούς ἀγῶνας, ἐτέλεσας ἔνδοξε· ὅθεν μετὰ τέλος, ἀτελεύτητον εὗρες, ζωὴν συνυπάρχουσα, τῷ Νυμφίῳ σου πάντοτε, Εὐγενία ἰσάγγελε. Πρέσβευε Χριστῷ τῷ Θεῷ, τῶν πταισμάτων ἄφεσιν δωρήσασθαι, τοῖς ἑορτάζουσι πόθῳ, τὴν ἁγίαν Μνήμην σου.


Καὶ νῦν ... 

Προεόρτιον Ἦχος ὁ αὐτὸς Τὸ προσταχθὲν μυστικῶς

Τῶν Γενεθλίων τοῦ Χριστοῦ τὰ προεόρτια, ἐπιτελοῦντες οἱ πιστοὶ πανηγυρίσωμεν, καὶ ἀξίως ἅπαντες προϋπαντήσωμεν, ὡς Μάγοι δωροφοροῦντες τὰς ἀρετάς, καὶ ᾄδοντες τῶν Ἀγγέλων ᾆσμα καινόν, τῷ ἐκ Κόρης θεόπαιδος, ἐν Βηθλεὲμ ἄνευ σπορᾶς, τικτομένῳ Θεῷ ἡμῶν, ὃν δοξάζει τὰ σύμπαντα.

Ύμνοι Παραμονής Χριστουγέννων - Μέρος 1


Τα φετινά Χριστούγεννα ας κάνουμε φάτνη νοητή την καρδιά μας για να υποδεχθεί το Θείο βρέφος. 

ΤΟ ΚΕΙΜΕΝΟ ΤΩΝ ΨΑΛΛΟΜΕΝΩΝ

Ἰδοὺ καιρὸς ἤγγικε τῆς σωτηρίας ἡμῶν, εὐτρεπίζου Σπήλαιον, ἡ Παρθένος ἐγγίζει τοῦ τεκεῖν, Βηθλεὲμ γῆ, Ἰούδα, τέρπου καὶ ἀγάλλου, ὅτι ἐκ σοῦ ἀνατέταλκεν ὁ Κύριος ἡμῶν. Ἀκούσατε ὄρη καὶ βουνοί, καὶ τὰ περίχωρα τῆς, Ἰουδαίας, ὅτι ἔρχεται Χριστός, ἵνα σώσῃ, ὃν ἔπλασεν ἄνθρωπον, ὡς φιλάνθρωπος. 

Εἰς τὸν Στίχον, Στιχηρὰ Ἰδιόμελα. Ἦχος α' 

Προεορτάσωμεν λαοί, Χριστοῦ τὰ Γενέθλια, καὶ ἐπάραντες τὸν νοῦν, ἐπὶ τὴν Βηθλεὲμ ἀναχθῶμεν τῇ διανοίᾳ, καὶ κατίδωμεν τὴν Παρθένον, τοῖς ψυχικοῖς ὀφθαλμοῖς, ἐπειγομένην τίκτειν ἐν Σπηλαίῳ, τὸν τῶν ὅλων Κύριον καὶ Θεὸν ἡμῶν· οὗ Ἰωσὴφ κατιδών, τῶν θαυμάτων τὸ μέγεθος, ἐδόκει ἄνθρωπον θεωρεῖν, ὡς βρέφος σπαργανούμενον, ὑπενόει δὲ ἐκ τῶν πραγμάτων, Θεὸν εἶναι ἀληθινόν, τὸν παρέχοντα ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν τὸ μέγα ἔλεος. 

Στίχ. Ὁ Θεὸς ἀπὸ Θαιμὰν ἥξει καὶ ὁ ἅγιος ἐξ ὄρους κατασκίου δασέος. 

Προεορτάσωμεν λαοί, Χριστοῦ τὰ Γενέθλια καὶ ἐπάραντες τὸν νοῦν ἐπὶ τὴν Βηθλεὲμ ἀναχθῶμεν τῇ διανοίᾳ, καὶ κατίδωμεν τὸ ἐν Σπηλαίῳ μέγα μυστήριον· ἤνοικται γὰρ ἡ Ἐδέμ, ἐκ Παρθένου Ἁγνῆς Θεοῦ προερχομένου, ὑπάρχοντος τελείου τοῦ αὐτοῦ, ἐν Θεότητι καὶ ἀνθρωπότητι, διὸ κράξωμεν· Ἅγιος ὁ Θεός, ὁ Πατὴρ ὁ ἄναρχος, Ἅγιος Ἰσχυρός, ὁ Υἱὸς ὁ σαρκωθείς, Ἅγιος Ἀθάνατος, τὸ Πανάγιον Πνεῦμα· Τριὰς Ἁγία, δόξα σοι. 

Στίχ. Κύριε εἰσακήκοα τὴν ἀκοήν σου καὶ ἐφοβήθην· κατενόησα τὰ ἔργα σου και εξέστην. 

Ἄκουε οὐρανέ, καὶ ἐνωτίζου ἡ γῆ· ἰδοὺ γὰρ ὁ Υἱὸς καὶ Λόγος τοῦ Θεοῦ καὶ Πατρός, πρόεισι τεχθῆναι ἐκ Κόρης ἀπειράνδρου, εὐδοκίᾳ τοῦ φύσαντος αὐτὸν ἀπαθῶς, καὶ συνεργείᾳ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος, Βηθλεὲμ εὐτρεπίζου· ἄνοιγε πύλην ἡ Ἐδέμ· ὅτι ὁ Ὢν γίνεται ὃ οὐκ ἦν, καὶ ὁ Πλαστουργὸς πάσης κτίσεως διαπλάττεται, ὁ παρέχων τῷ κόσμῳ τὸ μέγα ἔλεος. 

Σπήλαιον εὐτρεπίζου· ἡ Ἀμνὰς γὰρ ἥκει, ἔμβρυον φέρουσα Χριστόν. Φάτνη δὲ ὑποδέχου, τὸν τῷ λόγῳ λύσαντα, τῆς ἀλόγου πράξεως ἡμᾶς τοὺς γηγενεῖς· Ποιμένες ἀγραυλοῦντες, μαρτυρεῖτε θαῦμα τὸ φρικτόν· καὶ Μάγοι ἐκ Περσίδος, χρυσὸν καὶ λίβανον καὶ σμύρναν, τῷ Βασιλεῖ προσάξατε, ὅτι ὤφθη Κύριος ἐκ Παρθένου Μητρός· ὃν περ καὶ κύψασα δουλικῶς, ἡ Μήτηρ προσεκύνησε, καὶ προσεφθέγξατο τῷ ἐν ἀγκάλαις αὐτῆς· Πῶς ἐνεσπάρης μοι; ἢ πῶς μοι ἐνεφύης, ὁ λυτρωτής μου καὶ Θεός; 

Ἀπολυτίκιον Ἦχος δ' 
Ἀπεγράφετο ποτέ, σὺν τῷ πρεσβύτῃ Ἰωσήφ, ὡς ἐκ σπέρματος Δαυΐδ, ἐν Βηθλεὲμ ἡ Μαριάμ, κυοφοροῦσα τὴν ἄσπορον κυοφορίαν. Ἐπέστη δὲ καιρὸς ὁ τῆς Γεννήσεως, καὶ τόπος ἦν οὐδεὶς τῷ καταλύματι· ἀλλ' ὡς τερπνὸν παλάτιον τὸ Σπήλαιον, τῇ Βασιλίδι ἐδείκνυτο. Χριστὸς γεννᾶται τὴν πρὶν πεσοῦσαν, ἀναστήσων εἰκόνα.

Δευτέρα 9 Δεκεμβρίου 2019

Καταβασίες Χριστὸς γεννᾷται (ἠχητικὸ καὶ κείμενο σὲ μετάφραση) - Δημήτριος Παπαγιαννόπουλος

Καταβασίες τῶν Χριστουγέννων Ἦχος Α'

Ὑμνολογεὶ μὲ κατάνυξη ὁ ἱεροψάλτης Δημήτριος Παπαγιαννόπουλος.




Ὠδὴ α’. 
Χριστὸς γεννᾶται, δοξάσατε, Χριστὸς ἐξ οὐρανῶν, ἀπαντήσατε, Χριστὸς ἐπὶ γῆς, ὑψώθητε, ᾄσατε τῷ Κυρίῳ πᾶσα ἡ γῆ, καὶ ἐν εὐφροσύνῃ, ἀνυμνήσατε λαοί, ὅτι δεδόξασται. 

(Ὁ Χριστὸς γεννᾷται, δοξολογήσατε Αὐτόν. Χριστὸς ὁ Θεὸς ἀπὸ τοὺς οὐρανοὺς κατέβῃ, προϋπαντήσατε Αὐτόν. Χριστὸς πάνω στὴ γῆ φάνηκε, ἄνθρωποι ὑψωθῆτε ἀπ' τὰ γήινα πρὸς τὰ οὐράνια. Ὅλοι οἱ λαοὶ τῆς γῆς ψάλατε ἄσματα στὸν Κύριο καὶ μὲ εὐφροσύνη ὑμνήσατε Αὐτὸν ποὺ εἶναι δοξασμένος.)


Ὠδὴ γ’. 
Τῷ πρὸ τῶν αἰώνων, ἐκ Πατρὸς γεννηθέντι ἀρρεύστως Υἱῷ, καὶ ἐπ' ἐσχάτων ἐκ Παρθένου, σαρκωθέντι ἀσπόρως, Χριστῷ τῷ Θεῷ βοήσωμεν· ο ἀνυψώσας τὸ κέρας ἡμῶν, Ἅγιος εἶ Κύριε.

(Στὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ, ποὺ προαιώνια γεννήθηκε, χωρὶς νὰ μεταβληθεῖ ἡ οὐσία του, ἀπὸ τὸν Θεὸ Πατέρα καὶ ποὺ στὶς ἔσχατες ἡμέρες πῆρε καὶ τὴν ἀνθρώπινη σάρκα ἀπὸ τὴν Παρθένο Μαρία, χωρὶς σπέρμα ἀνδρός, στὸν Χριστὸ τὸν Θεὸ ἂς ἀναφωνήσουμε: Κύριε, Σύ, ποὺ ἀνύψωσες καὶ μεγάλυνες τὴ δύναμή μας, εἶσαι ἅγιος.)


Ὠδὴ δ’. 
Ῥάβδος ἐκ τῆς ῥίζης Ἰεσσαί, καὶ ἄνθος ἐξ αὐτῇς Χριστέ, ἐκ τῆς Παρθένου ἀνεβλάστησας, ἐξ ὄρους ὁ αἰνετός, κατασκίου δασέος, ἦλθες σαρκωθεὶς ἐξ ἀπειράνδρου, ὁ ἄϋλος καὶ Θεός, Δόξα τῇ δυνάμει σου, Κύριε. 

(Ἀπὸ τὸ γένος τοῦ Ἰεσσαὶ βλάστησε κλαδί, ἡ Παρθένος, καὶ ἀπ' αὐτὴν ὡς ἄνθος βγῆκες Χριστέ. Ἦρθες Σὺ ὁ ἄϋλος Θεός, ποὺ ἀπ' ὅλους δοξάζεσαι καὶ σαρκώθηκες ἀπὸ τὴν κόρη ποὺ δὲν εἶχε ἔρθει σὲ σαρκικὴ συνάφεια μὲ ἄνδρα, σὰν ἀπὸ βουνὸ μὲ βαθύσκιωτο ἀδιαπέραστο δάσος. Δόξα γι' αὐτὸ στὴ δύναμή Σοῦ, Κύριε.)

Ὠδὴ ε’. 
Θεὸς ὢν εἰρήνης, Πατὴρ οἰκτιρμῶν, τῆς μεγάλης Βουλῆς σου τὸν Ἄγγελον, εἰρήνην παρεχόμενον, ἀπέστειλας ἡμῖν· ὅθεν θεογνωσίας, πρὸς φῶς ὁδηγηθέντες, ἐκ νυκτὸς ὀρθρίζοντες, δοξολογοῦμέν σε, Φιλάνθρωπε. 

(Θεέ μας ποὺ εἶσαι Θεὸς τῆς εἰρήνης καὶ φιλάνθρωπος Πατέρας, μᾶς ἔστειλες τὸν Υἱόν Σου τον Μονογενῆ, Ἀγγελιοφόρο τῆς μεγάλης καὶ προαιώνιας ἀπόφασής Σοῦ, ποὺ προσφέρει σε μας τὴν εἰρήνη μὲ Σένα. Γι' αὐτὸ κι ἐμεῖς, τὰ ἔθνη, ποὺ ἀπὸ τὴν πλάνη ὁδηγηθήκαμε στὸ φῶς τῆς γνώσεως τοῦ ἀληθινοῦ Θεοῦ, ἀπὸ τὸ σκοτάδι τῆς ἀσέβειας, ποὺ βρισκόμαστε πρίν, τώρα, στὴ χαραυγὴ τῆς νέας ζωῆς τῆς πίστεως, Σὲ δοξολογοῦμε, φιλάνθρωπε Κύριε.)

Ὠδὴ ς’. 
Σπλάγχνων Ἰωνᾶν, ἔμβρυον ἀπήμεσεν, ἐνάλιος θήρ, οἷον ἐδέξατο, τῇ Παρθένῳ δέ, ἐνοικήσας ὁ Λόγος καὶ σάρκα λαβών, διελήλυθε φυλάξας ἀδιάφθορον· ἧς γάρ, οὐχ ὑπέστη ῥεύσεως, τὴν τεκοῦσαν, κατέσχεν ἀπήμαντον.

(Ἀπὸ τὰ σπλάχνα του τὸ θαλάσσιο κῆτος σὰν ἔμβρυο ἀπέβαλε τὸν Ἰωνὰ σῶο καὶ ἀβλαβῆ, ὅπως τὸν δέχτηκε. Τὸ ἴδιο καὶ ὁ Μονογενὴς Λόγος τοῦ Θεοῦ, ἀφοῦ κατοίκησε στὴν κοιλιὰ τῆς Παρθένου καὶ πῆρε σάρκα, πέρασε ἀπὸ τὴν πανάχραντη μήτρα της, διαφυλάξας αὐτὴ ἀδιάφθορη. Πράγματι ἐπειδὴ δὲν συνέβῃ μεταβολὴ στὴ μήτρα αὐτὴ ποὺ Τὸν γέννησε, παρθένο τὴ διατήρησε.)


Ὠδὴ ζ’. 
Οἱ Παῖδες εὐσεβείᾳ συντραφέντες, δυσσεβοῦς προστάγματος καταφρονήσαντες, πυρὸς ἀπειλὴν οὐκ ἐπτοήθησαν, ἀλλ' ἐν μέσῳ τῆς φλογὸς ἑστῶτες ἔψαλλον, ὁ τῶν Πατέρων Θεὸς εὐλογητὸς εἶ.

(Οἱ Τρεῖς ἅγιοι Παῖδες, ποὺ ἀνατράφηκαν μὲ τὴν εὐσέβεια στὸ Θεό, περιφρόνησαν τὴν ἀσεβῆ βασιλικὴ διαταγὴ καὶ δὲν τρόμαξαν ἀπὸ τὴν ἀπειλὴ τῆς φωτιᾶς, ἀλλά, ἐνῶ στέκονταν μέσα στὶς φλόγες, ἔψελναν, Σύ, ὁ Θεὸς τῶν Πατέρων μας, εἶσαι ἄξιος νὰ ὑμνεῖσαι.)

Ὠδὴ η’. 
Αἰνοῦμεν, εὐλογοῦμεν καὶ προσκυνοῦμεν τὸν Κύριον. 
 
Θαύματος ὑπερφυοῦς ἡ δροσοβόλος, ἐξεικόνισε κάμινος τύπον· οὐ γὰρ οὓς ἐδέξατο φλέγει Νέους, ὡς οὐδὲ πῦρ τῆς Θεότητος, Παρθένου ἢν ὑπέδυ νηδύν· διὸ ἀνυμνοῦντες ἀναμέλψωμεν. Εὐλογείτω ἡ Κτίσις πᾶσα τὸν Κύριον, καὶ ὑπερυψούτω εἰς πάντας τοὺς αἰῶνας.

(Τὸ ὑπερφυσικὸ θαῦμα τῆς ἐνανθρωπήσεως τοῦ Θεοῦ, προεικόνιζε ἐκείνη ἡ κάμινος στὴ Βαβυλῶνα ποὺ ἀνέδιδε δροσιά, γιατί δὲν κατέκαυσε τοὺς νέους ποὺ ρίχτηκαν μέσα σ' αὐτή, ὅπως καὶ τὸ πῦρ τῆς Θεότητος δὲν κατέκαυσε τὴν κοιλία τῆς Παρθένου μέσα στὴν ὁποῖα ἤρεμα εἰσχώρησε, γι' αὐτὸ καὶ ἐμεῖς ἂς ψάλλουμε ἀναφωνῶντας, ὅλα τὰ δημιουργήματα ὑμνεῖτε τὸν Κύριο καὶ ὑψώνετε Αὐτὸν ὑπεράνω κάθε ἀνθρωπίνου μεγαλείου σ' ὅλους τοὺς αἰῶνες.)

Ὠδὴ θ’. 
Μεγάλυνον ψυχή μου, τὴν Τιμιωτέραν, καὶ ἐνδοξοτέραν, τῶν ἄνω στρατευμάτων. 
Μυστήριον ξένον, ὀρῶ καὶ παράδοξον! οὐρανὸν τὸ Σπήλαιον, θρόνον Χερουβικόν, τὴν Παρθένον, τὴν φάτνην χωρίον, ἐν ᾧ ἀνεκλήθη ὁ ἀχώρητος, Χριστὸς ὁ Θεός, ὂν ἀνυμνοῦντες μεγαλύνομεν.
 
(Παράδοξο καὶ ἀκατανόητο θαῦμα ἀτενίζω. 
Τὸ σπήλαιο λαμπρὸ οὐρανό, την Παρθένο θρόνο Χερουβικό, τὴ φάτνη τόπο ὅπου ἀναπαύτηκε ὁ Χριστός, ποὺ ὡς Θεὸς δὲν περιορίζεται σὲ ὑλικὸ χῶρο. Αὐτὸν λοιπὸν ἀνυμνῶντας ἐμεῖς οἱ πιστοὶ δοξάζουμε μὲ μεγάλη δόξα.)

Σᾶς εὔχομαι ὁλόψυχα καλὰ Χριστούγεννα ἐν Ἁγίῳ Πνεύματι μὲ ἀληθινὴ ὁμολογία Χριστοῦ.

Ψαλμοί για την ΑΠΕΛΠΙΣΙΑ και τα ΕΜΠΟΔΙΑ στην ζωή

Η απελπισία και η απόγνωση στα χρόνια μας βρίσκονται σε πλήρη έξαρση. Τα πάντα είναι ρευστά και τίποτα δεν είναι βέβαιο. Η απελπισία συνήθως είναι αποτέλεσμα της ''χλιαρής'' πίστης μας στον Θεό. Πολλές φορές όμως μας απελπίζουν και κάποιοι άνθρωποι του κοινωνικού ή συγγενικού μας κύκλου. Δεν πρέπει να αφήνουμε κανέναν να επεμβαίνει στις σκέψεις και τα όνειρά μας.
Ας βάλουμε κυβερνήτη στο πηδάλιο της ζωής μας τον Κύριο και ας τον παρακαλούμε να μας ταξιδεύει και να μας οδηγεί σε λιμάνια γαλήνια. 

Δεν πρέπει να χάνουμε την πίστη μας για κανένα λόγο !!

ΨΑΛΜΟΣ 3 
ΚΥΡΙΕ, τί ἐπληθύνθησαν οἱ θλίβοντές με; πολλοὶ ἐπανίστανται ἐπ᾿ ἐμέ· πολλοὶ λέγουσι τῇ ψυχῇ μου· οὐκ ἔστι σωτηρία αὐτῷ ἐν τῷ Θεῷ αὐτοῦ. Σὺ δέ, Κύριε, ἀντιλήπτωρ μου εἶ, δόξα μου καὶ ὑψῶν τὴν κεφαλήν μου. φωνῇ μου πρὸς Κύριον ἐκέκραξα, καὶ ἐπήκουσέ μου ἐξ ὄρους ἁγίου αὐτοῦ. ἐγὼ ἐκοιμήθην καὶ ὕπνωσα· ἐξηγέρθην, ὅτι Κύριος ἀντιλήψεταί μου. οὐ φοβηθήσομαι ἀπὸ μυριάδων λαοῦ τῶν κύκλῳ συνεπιτιθεμένων μοι. ἀνάστα, Κύριε, σῶσόν με, ὁ Θεός μου, ὅτι σὺ ἐπάταξας πάντας τοὺς ἐχθραίνοντάς μοι ματαίως, ὀδόντας ἁμαρτωλῶν συνέτριψας. τοῦ Κυρίου ἡ σωτηρία, καὶ ἐπὶ τὸν λαόν σου ἡ εὐλογία σου. 

ΨΑΛΜΟΣ 7 
ΚΥΡΙΕ ὁ Θεός μου, ἐπὶ σοὶ ἤλπισα· σῶσόν με ἐκ πάντων τῶν διωκόντων με καὶ ῥῦσαί με, μήποτε ἁρπάσῃ ὡς λέων τὴν ψυχήν μου, μὴ ὄντος λυτρουμένου μηδὲ σῴζοντος. Κύριε ὁ Θεός μου, εἰ ἐποίησα τοῦτο, εἰ ἔστιν ἀδικία ἐν χερσί μου, εἰ ἀνταπέδωκα τοῖς ἀνταποδιδοῦσί μοι κακά, ἀποπέσοιμι ἄρα ἀπὸ τῶν ἐχθρῶν μου κενός· καταδιώξαι ἄρα ὁ ἐχθρὸς τὴν ψυχήν μου καὶ καταλάβοι καὶ καταπατήσαι εἰς γῆν τὴν ζωήν μου καὶ τὴν δόξαν μου εἰς χοῦν κατασκηνώσαι. ἀνάστηθι, Κύριε, ἐν ὀργῇ σου, ὑψώθητι ἐν τοῖς πέρασι τῶν ἐχθρῶν σου. ἐξεγέρθητι, Κύριε ὁ Θεός μου, ἐν προστάγματι, ᾧ ἐνετείλω, καὶ συναγωγὴ λαῶν κυκλώσει σε, καὶ ὑπὲρ ταύτης εἰς ὕψος ἐπίστρεψον. Κύριος κρινεῖ λαούς. κρῖνόν με, Κύριε, κατὰ τὴν δικαιοσύνην μου καὶ κατὰ τὴν ἀκακίαν μου ἐπ᾿ ἐμοί. συντελεσθήτω δὴ πονηρία ἁμαρτωλῶν καὶ κατευθυνεῖς δίκαιον, ἐτάζων καρδίας καὶ νεφροὺς ὁ Θεός. δικαία ἡ βοήθειά μου παρὰ τοῦ Θεοῦ τοῦ σῴζοντος τοὺς εὐθεῖς τῇ καρδίᾳ. ὁ Θεὸς κριτὴς δίκαιος καὶ ἰσχυρὸς καὶ μακρόθυμος καὶ μὴ ὀργὴν ἐπάγων καθ᾿ ἑκάστην ἡμέραν. ἐὰν μὴ ἐπιστραφῆτε, τὴν ρομφαίαν αὐτοῦ στιλβώσει, τὸ τόξον αὐτοῦ ἐνέτεινε καὶ ἡτοίμασεν αὐτό· καὶ ἐν αὐτῷ ἡτοίμασε σκεύη θανάτου, τὰ βέλη αὐτοῦ τοῖς καιομένοις ἐξειργάσατο. ἰδοὺ ὠδίνησεν ἀδικίαν, συνέλαβε πόνον καὶ ἔτεκεν ἀνομίαν. λάκκον ὤρυξε καὶ ἀνέσκαψεν αὐτόν, καὶ ἐμπεσεῖται εἰς βόθρον, ὃν εἰργάσατο· ἐπιστρέψει ὁ πόνος αὐτοῦ εἰς κεφαλὴν αὐτοῦ, καὶ ἐπὶ κορυφὴν αὐτοῦ ἡ ἀδικία αὐτοῦ καταβήσεται. ἐξομολογήσομαι τῷ Κυρίῳ κατὰ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ καὶ ψαλῶ τῷ ὀνόματι Κυρίου τοῦ ῾Υψίστου.


Επιμέλεια βίντεο, εικόνας και κειμένου Δημήτριος Παπαγιαννόπουλος.

Πέμπτη 5 Δεκεμβρίου 2019

Την Τιμιωτέραν των Χερουβείμ, Μυστήριον ξένον (αργώς) - Ψάλλει ο Δημήτριος Παπαγιαννόπουλος

Η Ωδή της Θεοτόκου και ο Ειρμός της Θ' Ωδής των Χριστουγέννων σε Αργό μέλος και σε Ήχο Πρώτο.
Ψάλλει ο Δημήτριος Παπαγιαννόπουλος.

Τὴν Θεοτόκον καὶ Μητέρα τοῦ Φωτός, ἐν ὕμνοις τιμῶντες μεγαλύνωμεν.

Μεγαλύνει ἡ ψυχή μου τὸν Κύριον, καὶ ἠγαλλίασε τὸ πνεῦμά μου ἐπὶ τῷ Θεῷ τῷ Σωτῆρί μου.

Τὴν Τιμιωτέραν τῶν Χερουβείμ, καὶ ἐνδοξοτέραν ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφείμ, τὴν ἀδιαφθόρως Θεὸν Λόγον τεκοῦσαν, τὴν ὄντως Θεοτόκον, σὲ μεγαλύνομεν.

Ὅτι ἐποίησέ μοι μεγαλεῖα ὁ Δυνατός, καὶ ἅγιον τὸ ὄνομα αὐτοῦ, καὶ τὸ ἔλεος αὐτοῦ εἰς γενεάν, καὶ γενεὰν τοῖς φοβουμένοις αὐτόν.

Τὴν Τιμιωτέραν τῶν Χερουβείμ, καὶ ἐνδοξοτέραν ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφείμ, τὴν ἀδιαφθόρως Θεὸν Λόγον τεκοῦσαν, τὴν ὄντως Θεοτόκον, σὲ μεγαλύνομεν.

Καθεῖλε δυνάστας ἀπὸ θρόνων, καὶ ὕψωσε ταπεινούς, πεινῶντας ἐνέπλησεν ἀγαθῶν, καὶ πλουτοῦντας ἐξαπέστειλε κενούς.

Τὴν Τιμιωτέραν τῶν Χερουβείμ, καὶ ἐνδοξοτέραν ἀσυγκρίτως τῶν Σεραφείμ, τὴν ἀδιαφθόρως Θεὸν Λόγον τεκοῦσαν, τὴν ὄντως Θεοτόκον, σὲ μεγαλύνομεν.

Καταβασία Ὠδὴ θ’. Ἦχος α’.

Μεγάλυνον ψυχή μου, τὴν Τιμιωτέραν, καὶ ἐνδοξοτέραν, τῶν ἄνω στρατευμάτων.

Μυστήριον ξένον, ὀρῶ καὶ παράδοξον! οὐρανὸν τὸ Σπήλαιον, θρόνον Χερουβικόν, τὴν Παρθένον, τὴν φάτνην χωρίον,
ἐν ᾧ ἀνεκλήθη ὁ ἀχώρητος, Χριστὸς ὁ Θεός,
ὂν ἀνυμνοῦντες μεγαλύνομεν.



Δοξαστικόν Εσπερινού Αγίου ΝΙΚΟΛΑΟΥ - Ψάλλει ο Δημήτριος Παπαγιαννόπουλος

Δοξαστικὸν Ἦχος πλ. β' 
Ἱεραρχῶν τὴν καλλονήν, καὶ τῶν Πατέρων κλέος, τὴν βρύσιν τῶν θαυμάτων, καὶ τῶν πιστῶν ἀντιλήπτορα μέγιστον, συνελθόντες ὦ φιλέορτοι, ᾀσματικοῖς ἐγκωμίοις ὑμνήσωμεν λέγοντες· Χαίροις ὁ τῶν Μυρέων φρουρός, καὶ πρόεδρος σεπτός, καὶ στῦλος ἀπερίτρεπτος. Χαίροις φωστὴρ παμφαέστατε, ὁ τὰ τοῦ κόσμου πέρατα, διαλάμπων τοῖς θαύμασι. Χαίροις τῶν θλιβομένων ἡ θεία χαρμοσύνη, καὶ ἀδικουμένων θερμότατος προστάτης, καὶ νῦν παμμάκαρ Νικόλαε, μὴ παύσῃ πρεσβεύων Χριστῷ τῷ Θεῷ, ὑπὲρ τῶν πίστει καὶ πόθῳ τιμώντων ἀεί, τὴν χαρμόσυνον καί πανέορτον μνήμην σου. 

Καὶ νῦν... Προεόρτιον  Ἦχος πλ. β' 
Σπήλαιον εὐτρεπίζου· ἡ Ἀμνὰς γὰρ ἥκει, ἔμβρυον φέρουσα Χριστόν. Φάτνη δὲ ὑποδέχου, τὸν τῷ λόγῳ λύσαντα τῆς ἀλόγου πράξεως, ἡμᾶς τοὺς γηγενεῖς. Ποιμένες ἀγραυλοῦντες, μαρτυρεῖτε θαῦμα τὸ φρικτόν, καὶ Μάγοι ἐκ Περσίδος, χρυσὸν καὶ λίβανον καὶ σμύρναν, τῷ Βασιλεῖ προσάξατε· ὅτι ὤφθη Κύριος ἐκ Παρθένου Μητρός, ὃν περ καὶ κύψασα, δουλικῶς ἡ Μήτηρ προσεκύνησε, καὶ προσεφθέγξατο τῷ ἐν ἀγκάλαις αὐτῆς. Πῶς ἐνεσπάρης μοι, ἢ πῶς μοι ἐνεφύης, ὁ λυτρωτής μου καὶ Θεός;


Κύριε εκέκραξα Ήχος Β' Αγίου Νικολάου - Δ.Παπαγιαννόπουλος

ΕΣΠΕΡΙΝΟΣ ΑΓΙΟΥ ΝΙΚΟΛΑΟΥ ΜΥΡΩΝ ΤΗΣ ΛΥΚΙΑΣ, Ψάλλει ο Δημήτριος Παπαγιαννόπουλος.

Ψαλμὸς 140 Ἦχος β'  

Κύριε ἐκέκραξα πρὸς σέ, εἰσάκουσόν μου, εἰσάκουσόν μου, Κύριε. Κύριε, ἐκέκραξα πρὸς σέ, εἰσάκουσόν μου πρόσχες τῇ φωνῇ τῆς δεήσεώς μου, ἐν τῷ κεκραγέναι με πρὸς σὲ εἰσάκουσόν μου, Κύριε.

Κατευθυνθήτω ἡ προσευχή μου, ὡς θυμίαμα ἐνώπιόν σου, 
ἔπαρσις τῶν χειρῶν μου θυσία ἑσπερινὴ εἰσάκουσόν μου, Κύριε.

Στιχηρὰ Προσόμοια τοῦ Ἁγίου Νικολάου  
(Ἦχος β' Ὅτε ἐκ τοῦ ξύλου σε νεκρὸν) 

Μύροις, παροικήσας αἰσθητῶς, μύρον ἀληθῶς ἀνεδείχθης, μύρῳ χρισθεὶς νοητῷ Ἅγιε Νικόλαε, Ἀρχιεράρχα Χριστοῦ, καὶ μυρίζεις τὰ πρόσωπα, τῶν πίστει καὶ πόθῳ, σοῦ τὴν παναοίδιμον, μνήμην τελούντων ἀεί, λύων συμφορῶν καὶ κινδύνων, τούτους καὶ τῶν θλίψεων Πάτερ, ἐν ταῖς πρὸς τὸν Κύριον πρεσβείαις σου. 

Ἕτερα Στιχηρὰ Προσόμοια  Ἦχος β'  Ποίοις εὐφημιῶν 

Ποίοις εὐφημιῶν στέμμασιν, ἀναδήσωμεν τὸν Ἱεράρχην, τὸν σαρκὶ ἐν Μύροις ὑπάρχοντα, καὶ πνευματικῶς πᾶσι προφθάνοντα, τοῖς εἰλικρινῶς αὐτὸν ποθοῦσι, τὸ πάντων, τῶν θλιβομένων παραμύθιον, καὶ πάντων, τῶν ἐν κινδύνοις καταφύγιον, τῆς εὐσεβείας τὸν πύργον, τῶν πιστῶν τὸν πρόμαχον, τὸν δι' οὗ ὀφρὺν δυσμενῶν, Χριστός καταβέβληκεν, ὁ ἔχων τὸ μέγα ἔλεος. 



Τετάρτη 4 Δεκεμβρίου 2019

Απολυτίκιο Οσίου Ιωάννου του Δαμασκηνού - Δ. Παπαγιαννόπουλος


Διαπρεπέστατος θεολόγος και ποιητής του 8ου αιώνα μ.Χ. και μέγας πατέρας της Εκκλησίας. Γεννήθηκε στη Δαμασκό στα τέλη του 7ου αιώνα μ.Χ. και ανατράφηκε σπουδαία  από τον πατέρα του Σέργιο, που ήταν υπουργός οικονομικών του άραβα χαλίφη Αβδούλ Μελίκ του Α’.  Δάσκαλός του ήταν κάποιος πολυμαθής και ευσεβέστατος μοναχός, που ονομαζόταν Κοσμάς και ήταν από τη Σικελία. Ο Σικελός μοναχός πράγματι, εκπαίδευσε τον Ιωάννη και τον θετό του αδελφό Κοσμά τον Μελωδό, άριστα σ' όλους τους κλάδους της γνώσης.

Όταν πέθανε ο Σέργιος, ο  Ιωάννης διορίστηκε, χωρίς να το θέλει, πρωτοσύμβουλος του χαλίφη Βελιδά (705 - 715 μ.Χ.). Αργότερα, όταν ο χαλίφης Ομάρ ο Β' εξήγειρε διωγμό κατά των χριστιανών, ο Ιωάννης μαζί με τον θετό του αδελφό Κοσμά, έφυγαν από τη Δαμασκό και πήγαν στην Ιερουσαλήμ. Εκεί ο Ιωάννης έγινε μοναχός στην περίφημη Μονή του αγίου Σάββα, όπου έμεινε σ' όλη του τη ζωή, μελετώντας και συγγράφοντας.

Στο διωγμό κατά των αγίων εικόνων, επί Λέοντος Γ' του Ισαύρου (726 μ.Χ.), πήρε ενεργό μέρος και εξαπέλυσε κατά του ασεβούς αυτοκράτορα, τους τρεις γνωστούς λόγους υπέρ των αγίων εικόνων, πράγμα που θορύβησε τον Λέοντα. 

Από μίσος ο Λέων διέταξε να μιμηθούν την γραφή του Δαμασκηνού και να στείλουν στο Χαλίφη πλαστή επιστολή του, με την οποία να φαίνεται ότι συκοφαντούσε τον Χαλίφη. Ο Χαλίφης πείστηκε και του έκοψε το δεξί χέρι. Το βράδυ έστειλε μεσίτες ο Ιωάννης στο βάρβαρο παρακαλώντας να του χαρίσει το κομμένο χέρι για να το θάψει. Ο Σαρακηνός συμφώνησε και του έδωσε το χέρι. Ο Άγιος το πήρε το πήγε στο ναό, που είχε στο σπίτι του. Έπεσε κάτω μπροστά στη αγία εικόνα της Θεομήτορος και προσευχόμενος με δάκρυα έλεγε:

«Δέσποινα Πάναγνε Μήτερ, η τον Θεόν μου τεκούσα,
δια της θείας εικόνας η δεξιά μου εκόπη.
Ουκ αγνοείς την αιτίαν, δι' ην εμάνη ο Λέων
Προφθασον, τοίνυν, ως τάχος και ιασαί μου την χείρα.
Η δεξιά του Υψίστου, η από Σου σαρκωθείσα,
Πολλάς ποιεί τας δυνάμεις δια της Σης μεσιτείας.
Την δεξιάν μου ταύτην και νυν ιασάτω λιταίς σου.
Ως αν, Σους ύμνους, ους δοίης και του εκ Σου σαρκωθέντος.
Εν ρυθμικαίς αρμονίαις συγγράψηται, Θεοτόκε,
Και συνεργός χρηματίση της Ορθοδόξου λατρείας,
Δύνασαι γαρ όσα αν θέλης, ως του Θεού Μητηρ ούσα»

Λέγοντας αυτά ο Ιωάννης αποκοιμήθηκε και βλέπει την αγία εικόνα της Αειπαρθένου και του λέγει: «Γιατρεύτηκε το χέρι σου και μη λυπάσαι πλέον γι' αυτό. Κάνε τώρα αυτό γραφίδα γραμματέως όπως μου υποσχέθηκες».

Τότε ξύπνησε ο Άγιος και βλέποντας το χέρι του θεραπευμένο, δοξολογούσε και ευχαριστούσε τον Κύριο και την Άχραντη Μητέρα του. Έψαλλε όλη την νύκτα λέγοντας: «Η δεξιά σου χειρ, Κύριε, εν ισχύι δεδόξασται η δεξιά σου την θραυσθείσαν μου δεξιάν εθεράπευσε. Δια της δεξιάς μου ταύτης θέλεις θρυμματίσει και συντρίψει τους υπεναντίους εικονοθραύστας».

Ο Ιωάννης κατανάλωσε όλη του τη ζωή για τη δόξα της Εκκλησίας και άφησε σε μας θησαυρούς ανυπολόγιστης αξίας. Έζησε με οσιότητα πάνω από εκατό χρόνια και κοιμήθηκε ειρηνικά το 749 μ.Χ. Τάφηκε στη Μονή του Αγίου Σάββα. Χάρη στην ευγλωττία του ονομάσθηκε και «Χρυσορρόας», ενώ για το πλούσιο μουσικό του έργο ονομάστηκε «Μαΐστωρ της μουσικής».

Το παρόν Απολυτίκιο ηχογραφήθηκε για την ραδιοφωνική εκπομπή : ''ΑΓΙΟΙ ΤΟΠΟΙ: ΕΚΕΙ ΟΠΟΥ ΕΣΤΗΣΑΝ ΟΙ ΑΧΡΑΝΤΟΙ ΠΟΔΕΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ''

Και συγκεκριμένα για το επεισόδιο 37  (https://youtu.be/tHyjAyGBiaA?t=1174) 
(Βίος του Αγίου Σάββα του Ηγιασμένου και τον βίος του Αγίου Ιωάννου του Δαμασκηνού που ο τάφος του βρίσκεται εντός της Λαύρας του Αγίου Σάββα.)

(Διαδικτυακή αναμετάδοση με εικόνα της ομώνυμης εκπομπής του ραδιοφωνικού σταθμού της Ιεράς Αρχιεπισκοπής Κρήτης "Το Φως").

Επιμέλεια - παρουσίαση : Πρωτοπρεσβύτερος Ιωάννης Νικολάου.


Απολυτίκιο Αγίας Βαρβάρας - Δ. Παπαγιαννόπουλος


Η Αγία Βαρβάρα έζησε κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα Μαξιμιανού (286 - 305 μ.Χ.) και ήταν κόρη του ειδωλολάτρη Διόσκορου ο οποίος ήταν από τους πιο πλούσιους ειδωλολάτρες της Ηλιουπόλεως.

Ο πατέρας της λόγω της σωματικής ωραιότητας της Αγίας, την φύλαγε κλεισμένη εντός πύργου. Δεν γνωρίζουμε που διδάχθηκε τις χριστιανικές αλήθειες, καθώς ο πατέρας της ήταν φανατικός ειδωλολάτρης, λόγος για τον οποίο άλλωστε προσπάθησε να κρατήσει κρυφή την πίστη της στον Τριαδικό Θεό. Ένα τυχαίο περιστατικό, όμως, την πρόδωσε. 
Ο πατέρας της πληροφορήθηκε από τεχνίτες ότι η Αγία ζήτησε να τις ανοίξουν τρία παράθυρα στον πύργο όπου ήταν έγκλειστη, στο όνομα της Αγίας Τριάδος και, έτσι, βεβαιώθηκε ότι η κόρη του είχε γίνει Χριστιανή.

Εξοργίσθηκε τόσο που την κυνήγησε εντός του πύργου με το ξίφος του για να την φονεύσει. Η Αγία κατέφυγε στα όρη, αλλά ο πατέρας της την συνέλαβε και την παρέδωσε στον τοπικό άρχοντα, Μαρκιανό, κατηγορώντας την για την πίστη της. Όταν ανακρίθηκε, ομολόγησε με παρρησία την πίστη της στον Χριστό και καθύβρισε τα είδωλα. Μετά από φρικτά βασανιστήρια, διεπομπέφθη γυμνή στην πόλη και τέλος σφαγιάσθηκε από τον ίδιο τον πατέρα της. Την στιγμή όμως που είχε αποτελειώσει το έγκλημά του, έπεσε νεκρός χτυπημένος από κεραυνό κατά θεία δίκη.

Ἀπολυτίκιον  Ἦχος πλ.Δ’
Βαρβάραν τὴν Ἁγίαν τιμήσωμεν· ἐχθροῦ γὰρ τὰς παγίδας συνέτριψε, καὶ ὡς στρουθίον ἐῤῥύσθη ἐξ αὐτῶν, βοηθείᾳ καὶ ὅπλῳ τοῦ Σταυροῦ ἡ πάνσεμνος.

ΜΕΤΑΦΡΑΣΗ :
Ας τιμήσουμε την Αγία Βαρβάρα. Διέλυσε τις παγίδες του εχθρού, και σαν πουλάκι (στρουθίον) πέταξε μακριά και σώθηκε (ερρύσθη) από αυτές με βοήθεια και όπλο τον Τίμιο Σταυρό η πάνσεμνος.




Κυριακή 1 Δεκεμβρίου 2019

ΠΑΣΑ ΠΝΟΗ (Αναστάσιμοι Αίνοι) - Ψάλλει ο Δημήτριος Παπαγιαννόπουλος

ΑΙΝΟΙ ΨΑΛΜΟΣ ΡΜΗ' (148) 
Πᾶσα πνοὴ αἰνεσάτω τὸν Κύριον. 
Αἰνεῖτε τὸν Κύριον ἐκ τῶν οὐρανῶν αἰνεῖτε αὺτὸν ἐν τοῖς ὑψἰστοις· Σοὶ πρέπει ὕμνος τῷ Θεῷ. 

Αἰνεῖτε αὐτὸν πάντες οἱ Ἄγγελοι αὐτοῦ· αἰνεῖτε αὐτὸν, πᾶσαι αἱ Δυνάμεις αὐτοῦ· Σοὶ πρέπει ὕμνος τῷ Θεῷ. 

Στιχ. Τοῦ ποιῆσαι ἐν αὐτοῖς κρῖμα ἔγγραπτον. Δόξα αὕτη ἔσται πᾶσι τοῖς ὁσίοις αὐτοῦ. 
Ἀνέστη Χριστὸς ἐκ νεκρῶν, λύσας θανάτου τὰ δεσμά, εὐαγγελίζου γῆ χαρὰν μεγάλην, αἰνεῖτε οὐρανοὶ Θεοῦ τὴν δόξαν. 

ΨΑΛΜΟΣ ΡΝ' (150) 
Στιχ. Αἰνεῖτε τὸν Θεὸν ἐν τοῖς Ἁγίοις αὐτοῦ, αἰνεῖτε αὐτὸν ἐν στερεώματι τῆς δυνάμεως αὐτοῦ. 
Ἀνάστασιν Χριστοῦ θεασάμενοι, προσκυνήσωμεν ἅγιον Κύριον, Ἰησοῦν τὸν μόνον ἀναμάρτητον.





Γιατί ἀφαιροῦν τον Ἐσταυρωμένο ἀπὸ τὴν ἁγία τράπεζα ;;

  Ὁ αἱρετικὸς «ἐπίσκοπος» Σύρου, Τήνου, Ἄνδρου κλπ (Δωρόθεος) στὸ «ἅγιο» βῆμα, στὸν ναὸ τῆς Παναγίας τῆς Τήνου - ΧΩΡΙΣ ΤΟΝ ΕΣΤΑΥΡΩΜΕΝΟ πίσω ...