ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ ΚΑΙ ΘΑΥΜΑΤΑ ΤΩΝ ΑΓΓΕΛΩΝ
(Ο ΦΙΛΟΣ ΤΩΝ ΑΓΓΕΛΩΝ - ΑΓΙΟΣ ΝΗΦΩΝ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΑΝΗΣ)
Ο Άγιος Νήφων, επίσκοπος Κωνσταντιανής, αρχαίος ιεράρχης της Αλεξανδρινής Εκκλησίας και σύγχρονος του Μ. Αθανασίου (4ος αι.), αξιώθηκε να δει στην επίγεια ζωή του πλήθος οραμάτων, κι ανάμεσα σ’ αυτά πολλές αγγελοφάνειες.
Ήταν οικείος και αγαπητός στους αγγέλους. Συχνά του φανερώνονταν, χάρη στην αγία του βιοτή, και του αποκάλυπταν μυστήρια του ουρανού, ωφέλιμα και διδακτικά σε όλους.
Νέος ακόμα ο άγιος, ζώντας στην Κωνσταντινούπολη, υποχώρησε στην κακή επιθυμία. Οι δαίμονες πανηγύρισαν για την ήττα του, πού είχαν προκαλέσει οι ίδιοι με φοβερούς πειρασμούς. Εκείνος όμως, μετανοημένος, τα έβαλε με τη σάρκα του κι άρχισε μ’ όλη του τη δύναμη να χτυπάει το πρόσωπο του. Πύρινη προσευχή έβγαινε από τα χείλη του με κατάνυξη και συντριβή.
Αμέσως παρουσιάστηκε άγιος άγγελος και τον στεφάνωσε για τη μετάνοια του. “Ύστερα άπλωσε ένα σχοινί κι έδεσε όλους μαζί τούς δαίμονες, πού τον είχαν ρίξει στην αμαρτία. Και βγάζοντας έναν-έναν, τούς έδινε από χίλιους ραβδισμούς, λέγοντας:
- “Άλλη φορά να μη γίνεστε αιτία να χτυπούν οι δούλοι του Θεού το κορμί τους!
Ο άγγελος τούς τυράννησε για πολύ, κι οι δαίμονες χάλαγαν τον κόσμο με τις κραυγές τους. Από τότε, όταν έβλεπαν το Νήφωνα, γίνονταν άφαντοι, γιατί φοβούνταν το ξύλο…
Κάποτε, περνώντας έξω από ένα κακόφημο σπίτι, είδε έναν άνθρωπο ευγενικό αλλά θλιμμένο. Έκλαιγε, έχοντας το πρόσωπο σκεπασμένο με τις πα¬λάμες του και προσευχόταν στενάζοντας.
- Τι συμβαίνει, αδελφέ; τον ρώτησε ο άγιος. Γιατί είσαι τόσο θλιμμένος;
- Είμαι άγγελος Κυρίου, Νήφων. Αυτή τη στιγμή, μέσα σε τούτο δω το καταγώγιο, αμαρτάνει με κάποια γυναίκα ο άνθρωπος πού μου ανέθεσε ο Θεός να προστατεύω. Πώς να μη θρηνώ για την εικόνα του Θεού, πού κατρακύλησε τόσο;
- Γιατί δεν τον νουθετείς να σταματήσει την αμαρτία;
- Δεν μπορώ να τον πλησιάσω. ‘Απ’τη στιγμή πού άρχισε, έγινε δούλος των δαιμόνων, κι έτσι εγώ δεν έχω εξουσία επάνω του.
- Πώς δεν έχεις εξουσία! Δεν σού εμπιστεύθηκε ο Θεός τη σωτηρία του;
- ο Κύριος μας έπλασε τον άνθρωπο αυτεξούσιο, αποκρίθηκε ο άγγελος, και τον άφησε να πορευθεί στο δρόμο πού του αρέσει. Λοιπόν, τι νουθεσία να του δώσω, αφού ο ίδιος ο Χριστός, με το δικό Του στόμα, νουθετεί και διδάσκει ν’ απέχουν όλοι από την αμαρτία;
- Και γιατί σήκωνες τα χέρια σου στον ουρανό και αναστέναζες;
- Έβλεπα γύρω του τούς δαίμονες να τραγουδούν, να παίζουν κιθάρα, να χτυπούν παλαμάκια και να τον περιγελούν. Γι’ αυτό παρακαλούσα το Θεό να τον λυτρώσει, και να χαρώ έτσι κι εγώ για την επιστροφή του.
Μία μέρα ο όσιος αξιώθηκε να δει την ακόλουθη οπτασία: Περνώντας έξω από ένα σπίτι, είδε μέσα καθισμένους στο τραπέζι τον οικοδεσπότη με τη γυναίκα και τα παιδιά του. Γύρω τους είδε να παραστέκονται κάποιοι λαμπροντυμένοι νέοι.
“Τι συμβαίνει;” αναρωτήθηκε. “Οι καθιστοί είναι πάμπτωχοι, ενώ οι όρθιοι λαμπροντυμένοι!”.
Αυτοί οι νέοι, καθώς του φανέρωσε ο Θεός, ήταν άγγελοι. “Έχουν εντολή να παραστέκονταν στους χριστιανούς την ώρα του φαγητού με σταυρωμένα χέρια, σαν καλοί δούλοι. “Αν όμως ακούσουν στο τραπέζι κατάκριση ή οποιαδήποτε άλλη κακολογία, φεύγουν αμέσως όπως οι μέλισσες απ’ τον καπνό. Στη θέση τους τότε έρχεται ένα μαύρο δαιμόνιο και κυλιέται ανάμεσα στους συνδαιτυμόνες.
Με πολλή χαρά ο όσιος έτρεχε στους ναούς για τις ιερές ακολουθίες. Σε μια λειτουργία βλέπει ξαφνικά να κατεβαίνει φωτιά από τον ουρανό και να σκεπάζει το θυσιαστήριο και το λειτουργό. Στον τρισάγιο ύμνο κατέβηκαν τέσσερις άγγελοι και συνέψαλλαν με τούς πιστούς.
Λίγο πριν από τη μεγάλη είσοδο, άνοιξε ο ουρανός κι άρχισαν να κατεβαίνουν άγγελοι, ψάλλοντας ύμνους και δοξολογίες. Αμέσως φάνηκε ένα γλυκύτατο βρέφος. Το μετέφεραν Χερουβείμ πάνω στις παλάμες τους και το απόθεσαν στο άγιο δισκάριο. Γύρω του μαζεύτηκαν πλήθος λευκοφόροι νέοι.
Όταν βγήκε ο ιερέας για τη μεγάλη είσοδο, προπορεύονταν δύο Χερουβείμ και δύο Σεραφείμ, κι ακολουθούσαν άπειροι άγγελοι ψάλλοντας. Μόλις ο λειτουργός τοποθέτησε τα τίμια Δώρα στην άγια Τράπεζα, Οι άγγελοι τη σκέπασαν με τις φτερούγες τους. Κι όταν, μετά το «Πιστεύω», ευλόγησε τα άγια και είπε, «…μεταβαλλών τω Πνεύματί σου τω Αγίω…», βλέπει ο όσιος έναν άγγελο να σφάζει με μαχαίρι το βρέφος. Κι αφού έχυσε το αίμα του στο άγιο ποτήριο, τεμάχισε το σώμα του και το έβαλε πάνω στο δισκάριο.
Όταν ήρθε η ώρα να μεταλάβουν οι πιστοί, οι άγγελοι παρακολουθούσαν αοράτως. Μόλις πλησίαζε κάποιος ενάρετος, του έβαζαν στεφάνι στο κεφάλι. “Αν όμως ερχόταν κάποιος αμετανόητος, τον αποστρέφονταν.
Αφού μετέλαβαν όλοι κι έγινε ή κατάλυση, βρέθηκε πάλι σώο το θείο βρέφος στις ύπτιες παλάμες των Χερουβείμ, πού το ανέβασαν με ψαλμωδίες στον ουρανό.
Κάποτε ο όσιος, εκεί στην Κωνσταντινούπολη, επισκέφθηκε το ναό του άγιου Νικολάου, πού ήταν κοντά στο παλάτι της Αφθονίας. Εκεί αξιώθηκε να δει και να συζητήσει με τον άγιο άγγελο πού φρουρούσε το ιερό θυσιαστήριο.
- Από καιρό επιθυμούσα να σε δω, είπε ο άγγελος στον όσιο. Παρακαλούσα το Θεό να έρθεις κάποτε να προσευχηθεί εδώ, για να σε γνωρίσω και ν’ απολαύσω την προσευχή σου.
- Που με ξέρεις; απόρησε ο Νήφων. Και γιατί επιθυμείς τόσο πολύ να δεις ένα γέρο σαπισμένο στην αμαρτία;
- Γι’ αυτό σε ποθούσα, για να γνωρίσω αυτή σου την ταπείνωση. Είχα ακούσει στον ουρανό ότι σου τη χάρισε ο Χριστός με το ίδιο Του το χέρι.
- Μα είναι δυνατό να γίνεται λόγος στον ουρανό για ένα έκτρωμα σαν κι έμενα;
- Σου είπα την αλήθεια. Εγώ, καθώς βλέπεις, υπηρετώ αυτό το άγιο θυσιαστήριο. Κάθε φορά πού ανεβαίνω στον ουρανό για να προσφέρω στο Θεό τις προσευχές των πιστών, ακούω όσα Οι άγγελοι λένε για σένα: Ότι ο Νήφων είναι αγαπητός στον Ύψιστο, γιατί με τη βαθιά του ταπείνωση κάνει στάχτη τούς δαίμονες, κι ότι θυμάται στις προσευχές του τις μακάριες δυνάμεις. Γι’ αυτό ο Κύριος πρόσταξε κάθε άγγελο και αρχάγγελο να σαι μνημονεύουν αδιάκοπα στις νοερές τους θυσίες.
Αυτά είπε ο άγγελος, κι αφού μακάρισε πάλι τον όσιο για την ταπείνωση του, έγινε άφαντος.
Συχνά ο δίκαιος έφευγε από την πόλη προς τις βορινές περιοχές, γιατί αγαπούσε πολύ να συνομιλεί με το Θεό στην ησυχία. Κάποτε, ενώ προσευχόταν στην έξοχη, είδε ν’ ανοίγουν οι ουρανοί. Είδε τον Κύριο καθισμένο σε ένδοξο θρόνο και περιστοιχισμένο από πλήθος αγγέλων. Κι ενώ κοιτούσε έκθαμβος, άκουσε τούς αγγέλους νά λένε μεταξύ τους:
- Να ο αγαπητός μας Νήφων! Με τι αγάπη και πόθο μας κοιτάζει! Δίκαια κι εμείς τον μνημονεύουμε στις θείες ιερουργίες μας.
Αποφεύγοντας ο Νήφων τη δόξα των ανθρώπων, εγκατέλειψε τη Βασιλεύουσα και ταξίδεψε στην Αλεξάνδρεια. Εκεί όμως έπεσε στη θεϊκή παγίδα. Χειροτονήθηκε, παρά τη θέληση του, επίσκοπος Κωνσταντιανής και εργάστηκε με ζήλο για το ποίμνιο του.
Στα τελευταία της ζωής του ήρθε σε έκσταση. Είδε πώς μπήκε σε θεϊκά ανάκτορα.
- Μιχαήλ, άκουσε την ήρεμη φωνή του ουράνιου Βασιλιά, δείξε στον αγαπητό μας Νήφωνα τον τόπο της καταπαύσεως του.
Αμέσως ο αρχάγγελος τον οδήγησε σε κάποια παλάτια τόσο φωτεινά, πού τον θάμπωσαν. Εκεί τούς κύκλωσαν πλήθος λευκοφόροι λέγοντας:
- Δέσποτα Μιχαήλ, πότε θα μας δώσεις τον αγαπητό μας Νήφωνα;
- Ή βουλή του Θεού, απαντούσε εκείνος, είναι να σάς χαριστεί μετά από τρεις μέρες.
Οι άγγελοι, ακούγοντας το, σκίρτησαν από χαρά. Μερικοί μάλιστα άρχισαν τις ουράνιες προετοιμασίες.
- Η φιλανθρωπία του Χριστού, πού σ’ ελέησε, του είπε ο αρχιστράτηγος οδηγός του, όρισε εδώ των κατάπαυση σου. Σου τα χάρισε όλα αυτά, γιατί αγάπησες κι Αυτόν κι εμάς. Να, τώρα θα έχεις θρόνους, φωτεινά ιμάτια, κοιτώνες και θαλάμους αμέτρητους. Όλα στα έχει ετοιμάσει με το ίδιο Του το χέρι ο πανάγαθος Θεός.
Πηγή: Εμφανίσεις και θαύματα αγγέλων, Ιερά Μονή Παρακλήτου